Ξέσπασε ο αντιναύαρχος: Για ποια πατρίδα να δώσουμε το αίμα μας!

Ξέσπασε ο αντιναύαρχος: Για ποια πατρίδα να δώσουμε το αίμα μας!Καυστικός αλλά απόλυτα αληθινός, ο αντιναύαρχος εν αποστρατεία Κώστας Γκορτζής μίλησε στην πρωινή εκπομπή του Mega για τις συγκλονιστικές επιστολές των ναυάρχων στον υπουργό Εθνικής Άμυνας σχετικά με τις περικοπές που έχουν υποστεί οι στρατιωτικοί, οι οποίες φέρνουν σε οριακό σημείο επιβίωσης τους ίδιους και τις οικογένειές τους.
«Σε αυτή την τρικυμία προσπαθούμε ο καθένας να κουμαντάρει το καράβι της οικογένειας του και δεν έχουμε τη δυνατότητα να πούμε την άποψή μας με το “δίαρει και βασίλευε” σε όλες τις κοινωνικές τάξεις. Ειδικά τους στρατιωτικούς, τους έχουν φορτώσει με πολλά αμαρτήματα του παρελθόντος που δεν αξίζει να τα φορτώνονται μόνοι τους» τόνισε ο κ. Γκορτζής ενώ δεν παρέλειψε να επισημάνει πως οι στρατιωτικοί δεν έχουν κάποιο τρόπο διαμαρτυρίας όπως όλοι οι Έλληνες πολίτες.
«Εμείς οι στρατιωτικοί δεν έχουμε τα δικαιώματα που έχουν οι λοιποί δημόσιοι υπάλληλοι, δηλαδή να απεργήσουμε. Δε μπορούμε να κατεβάσουμε τους διακόπτες, δε μπορούμε να κλείσουμε τους δρόμους, δε μπορούμε να πούμε ότι δεν πάμε τη φρεγάτα στην άσκηση. Δε μπορούμε λοιπόν να διαμαρτυρηθούμε» συμπλήρωσε ο αντιναύαρχος.
Ο κ. Γκορτζής περιέγραψε μια ζοφερή κατάσταση στις οικογένειες των στελεχών των Ενόπλων Δυνάμεων: «Η οργή είναι μεγάλη. Τα γράμματα που στείλαμε θα μπορούσε να τα στείλει οποιοσδήποτε ευσυνείδητος δημόσιος λειτουργός. Εμείς στα καράβια μάθαμε ότι έχουμε υποχρεώσεις που πρέπει να τηρούμε αλλά και δικαιώματα που πρέπει να απολαμβάνουμε. Και τα διεκδικούμε. Μας λένε υπάρχουν 1,5 εκατομμύριο άνεργοι και εσείς έχετε το μισθό σας. Κι απαντώ, απευθυνόμενος σε αυτούς τους πολιτικούς που τα ισχυρίζονται αυτά: Στις οικογένειες μας είναι οι άνεργοι και όχι απέναντι μας. Η γυναίκα μου είναι άνεργη, ο γιος μου άνεργος, η κόρη μου άνεργη. Μετά από μειώσεις 57% στις συντάξεις, μας δίνουν 1.400 ευρώ. Βγάλτε υποχρεώσεις, χαράτσια κλπ. και διαιρέστε το δια τέσσερα. Έτσι ζούμε τις οικογένειές μας». Συνέχεια

Άμα ο νους μας είναι εκεί, στο «παράδοξον»…

36.jpg

-Γέροντα, μετά την Αγρυπνία των Χριστουγέννων δεν κοιμόμαστε;

-Χριστούγεννα και να κοιμηθούμε;!  Η μητέρα μου έλεγε: «Απόψε μόνον οι Εβραίοι κοιμούνται». Βλέπεις, την νύχτα που γεννήθηκε ο Χριστός οι άρχοντες κοιμόνταν βαθιά, και οι ποιμένες «αγραυλούσαν». Φύλαγαν τα πρόβατα την νύχτα παίζοντας την φλογέρα. Κατάλαβες; Οι ποιμένες που αγρυπνούσαν είδαν τον Χριστό.

-Πως ήταν Γέροντα, το σπήλαιο;

-Ήταν μία σπηλιά μέσα σε έναν βράχο και είχε μία φάτνη τίποτε άλλο δεν είχε. Εκεί πήγαινε κανένας φτωχός και άφηνε τα ζώα του. Η Παναγία με τον Ιωσήφ, επειδή όλα τα χάνια ήταν γεμάτα και δεν είχαν που να μείνουν, κατέληξαν σε αυτό το σπήλαιο. Εκεί ήταν το γαϊδουράκι και το βοιδάκι, που με τα χνώτα τους ζέσταναν τον Χριστό! «Έγνω βούς τον κτησάμενον και όνος την φάτνην του κυρίου αυτού», δεν λέει ο Προφήτης Ησαίας; Συνέχεια

Φώτης Κόντογλου – Γιάννης ὁ Εὐλογημένος!

O Ἅγιος Βασίλης, σὰν περάσανε τὰ Χριστούγεννα, πῆρε τὸ ραβδί του καὶ γύρισε σ᾿ ὅλα τὰ χωριά, νὰ δεῖ ποιὸς θὰ τόνε γιορτάσει μὲ καθαρὴ καρδιά. Πέρασε ἀπὸ λογιῶν-λογιῶν πολιτεῖες κι ἀπὸ κεφαλοχώρια, μὰ σ᾿ ὅποια πόρτα κι ἂν χτύπησε δὲν τ᾿ ἀνοίξανε, ἐπειδὴ τὸν πήρανε γιὰ διακονιάρη. Κ᾿ ἔφευγε πικραμένος, γιατὶ ὁ ἴδιος δὲν εἶχε ἀνάγκη ἀπὸ τοὺς ἀνθρώπους, μὰ ἔνοιωθε τὸ πόσο θὰ πονοῦσε ἡ καρδιὰ κανενὸς φτωχοῦ ἀπὸ τὴν ἀπονιὰ ποὺ τοῦ δείξανε κεῖνοι οἱ ἄνθρωποι.
Μιὰ μέρα ἔφευγε ἀπὸ ἕνα τέτοιο ἄσπλαχνο χωριό, καὶ πέρασε ἀπὸ τὸ νεκροταφεῖο, κ᾿ εἶδε τὰ κιβούρια πὼς ἤτανε ρημαγμένα, οἱ ταφόπετρες σπασμένες κι ἀναποδογυρισμένες,καὶ τὰ νιόσκαφτα μνήματα εἴτανε σκαλισμένα ἀπὸ τὰ τσακάλια. Σὰν ἅγιος ποὺ εἴτανε ἄκουσε πὼς μιλούσανε οἱ πεθαμένοι καὶ λέγανε: «Τὸν καιρὸ ποὺ εἴμαστε στὸν ἀπάνω κόσμο, δουλέψαμε, βασανιστήκαμε, κι ἀφήσαμε πίσω μας παιδιὰ κ᾿ ἐγγόνια νὰ μᾶς ἀνάβουνε κανένα κερί, νὰ μᾶς καίγουνε λίγο λιβάνι μὰ δὲν βλέπουμε τίποτα, μήτε παπᾶ στὸ κεφάλι μας νὰ μᾶς διαβάσει παραστάσιμο, μήτε κόλλυβα, παρὰ σὰν νὰ μὴν ἀφήσαμε πίσω μας κανέναν». Κι ὁ ἅγιος Βασίλης πάλι στενοχωρήθηκε κ᾿ εἶπε: «Τοῦτοι οἱ χωριάτες οὔτε σὲ ζωντανὸ δὲ δίνουνε βοήθεια, οὔτε σὲ πεθαμένον», καὶ βγῆκε ἀπὸ τὸ νεκροταφεῖο, καὶ περπατοῦσε ὁλομόναχος μέσα στὰ παγωμένα χιόνια.

31 Δεκεμβρίου, μνήμη της Αγίας Μελάνης της Ρωμαίας

 
Ο ΒΙΟΣ ΤΗΣ ΑΓΙΑΣ ΜΕΛΑΝΗΣ
ΜΟΝΗ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΑ
«Ην άρα και τούτο της μεγίστης των πάλαι και περιφανεστάτης εν πόλεσι Ρώμης…»
Η Αγία Μελάνη γεννήθηκε στη Ρώμη το 338 μ. Χ. Οι γονείς της ήταν πλούσιοι και επιφανείς, ευσεβείς και εραστές της αρετής.
Η Αγία απο νεαρή ηλικία δεν επιθυμούσε το γάμο αλλά οι γονείς της που επιθυμούσαν διάδοχο, την παντρεύουν στα δεκατέσσερά της με τον δεκαεπτάχρονο Απελλιανό, γόνος και αυτός επιφανούς οικογενείας.
Μετά το γάμο η Αγία παρακαλούσε τον άνδρα της να την αφήσει να πορευθεί εν Χριστώ διατηρώντας την παρθενία της. Σε αντάλλαγμα του έδινε όλη την περιουσία της. Ο Απελλιανός όμως επιθυμούσε διάδοχο και έτσι αποκτούν κορίτσι. Η Αγία Μελάνη μετά απο αυτό ζούσε εν τω κόσμω ζωή ασκητική, αποφεύγοντας ακόμα και να έρθει σε επαφή με το νερό. Καθώς ο Απελλιανός επιθυμούσε και άλλο παιδί η Αγία σκέφτηκε να φύγει αλλά παρέμεινε υποτασσόμενη. Η άσκησή της, σωματική και πνευματική έγινε μεγαλύτερη φορώντας τρίχινα ρούχα εσωτερικά. Λίγο καιρό αργότερα μένει έγκυος. Ξημέρωνε η γιορτή του Αγίου Λαυρεντίου και καθώς ο όρθρος έληγε εκείνη συνέχιζε γονυκλινής την προσευχή που έκανε όλη την νύχτα. Ούτε οι πόνοι της γέννας ήταν ικανοί να την σταματήσουν. Τότε η Αγία γεννά βιαίως ένα αγόρι που λίγο αργότερα πεθαίνει. Μαθαίνοντάς το ο Απελλιανός θορυβήθηκε και η Αγία θεώρησε οτι τότε ήταν η κατάλληλη ώρα να του ζητήσει να ζήσουν πνευματική ζωή. Ο δε θάνατος της κόρης του που ακολούθησε, έπεισε τελικά τον Απελλιανό να συμπορευτεί πνευματικά με την Αγία Μελάνη. Συνέχεια

Τι αρμόζει να κάνει ο χριστιανός για να αποφεύγει όσο μπορεί την αμαρτία!

 

twelve_gospels

“Να τρως με όρεξη, αλλά να θυμάσαι ότι η σάρκα σου θα είναι η λεία των σκουληκιών.

Να κοιμάσαι σε πλούσιο κρεβάτι, αλλά να θυμάσαι και τις σκληρές σανίδες του φέρετρού σου.

Πρέπει να αποφεύγει κανείς όλες τις αφορμές για την αμαρτία, όλους τους χώρους, τα πρόσωπα, τα πράγματα που μπορούν να είναι για σας απ’ τον πειρασμό και να σας επιβάλλουν αμαρτωλές επιθυμίες.

Να θυμάσαι πάντα τα τελευταία σου: το θάνατο, την κρίση, την ανάσταση, τη ζωή του μέλλοντος αιώνος. Συνέχεια

Κάνε το Καλό …

Όλο και πιο πολλοί χτυπάνε την πόρτα σου για βοήθεια.
Με διάφορους τρόπους και διάφοροι άνθρωποι.
Δύσκολοι καιροί. Ο καθένας μας βοηθάει, όπως μπορεί.
Κι αυτοί που ζητάνε, είναι Πακιστανοί, Αιγύπτιοι, Έλληνες….
Και ζητάνε απ’ όλα. Ρούχα, φαγητό, λεφτάκια, δουλειά.
Κι έχουν ένα ύφος, όλο πόνο.
Κι’ ούτε ξέρω αν ο πόνος είναι αληθινός ή ψεύτικος.

Πολλές φορές θέλω να αποφύγω να δώσω, αλλά ντρέπομαι. Τις περισσότερες φορές κάτι δίνω.
Πάντα όμως με πιάνει μια αμφιβολία.
Μήπως με εκμεταλλεύονται; Μήπως συνεννοούνται μεταξύ τους και έρχονται για «βοήθεια».

Δίνω το κάτι τις μου και ζορίζομαι.
Μισερή βοήθεια μου φαίνεται.
Λειψή.
Ούτε ξέρω τι να κάνω.
Βασανίζομαι, ανάμεσα στο Καλό και το σωστό.
Δίνω και έχω ενοχές.
Ούτε με την καρδιά μου δίνω, ούτε αρνιέμαι να δώσω.
Πήγαμε μια κοντινή εκδρομούλα, σ’ ένα μοναστήρι.
Σ’ ένα παγκάκι έξω από το μοναστήρι ήταν ένας καλόγερος.
Λιγνός, κάτισχνος δηλαδή, μου φάνηκε μεγάλος στην ηλικία. Ένα ράσο φορούσε, μ’ ένα σχοινί στη μέση.
Κάπου ήταν προσηλωμένος, σαν προσεύχονταν.
Πήγα κοντά του, γύρισε και με κοίταξε, μ’ ένα  βλέμμα διαπεραστικό, φωτιές έβγαζαν τα μάτια του.
Είδα ότι δεν ήταν πολύ μεγάλος. Κοιταχτήκαμε. Το πρόσωπο του έλαμπε στο Φως. Ίσως να ήταν ο ήλιος που χτύπαγε πάνω του.
— Κάθισε, μου είπε.
Σαν να γνωριζόμασταν από χρόνια, άρχισα να του μιλάω, του είπα το ζόρι μου, αυτό με τις «βοήθειες», αυτό που είπα παραπάνω.

— Εσύ να δίνεις, μου είπε, άμα μπορείς, να δίνεις.
Μη σε νοιάζει. Δεν πειράζει, αν σε εκμεταλλεύεται.
Τ’ ακούς; ΔΕΝ ΠΕΙΡΆΖΕΙ.
….
Έφυγα και πήγα να βρω τους άλλους. Είχα χαρά.
Μεγάλη ΧΑΡΑ. Σαν να ελευθερώθηκα.
Όχι «σαν», ΕΛΕΥΘΕΡΏΘΗΚΑ. Άμα μπορώ, δίνω. Τόσο απλό.
Πριν μπω στο μοναστήρι, γύρισα να τον δω.
Δεν ήταν κανείς στο παγκάκι.

π. Συμεών Κραγιόπουλος: «Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα

Ένα μεγάλο λάθος των χριστιανών
Ο Υιός του Θεού έγινε άνθρωπος εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου. Δεν μπορούσε να γίνει άνθρωπος, ας πούμε, χωρίς τους ανθρώπους. Aλλά και δεν μπορούσε να είναι Θεάνθρωπος παρά εκ Πνεύματος Αγίου. Γεννήθηκε ο Κύριος ως άνθρωπος και γιορτάζουμε τη Γέννησή του αυτές τις ημέρες.

Πλην όμως πρέπει να έχουμε υπόψιν μας ότι όλα βέβαια γίνονται για μας τους ανθρώπους, σ’ όλα έχουμε συμμετοχή οι άνθρωποι ως άνθρωποι, αλλά όλα όμως γίνονται διά του Πνεύματος του Αγίου.

Όσο και αν από την ανθρώπινη πλευρά ετοιμασθούμε, προσέξουμε, εργασθούμε, κοπιάσουμε, προσφέρουμε τα πάντα, δεν θα είναι τίποτε αυτό, εάν δεν έρθει το Άγιο Πνεύμα, εάν δεν εργασθεί το Άγιο Πνεύμα, εάν δεν ενεργήσει το Άγιο πνεύμα. Κάνουμε λάθος μεγάλο, όταν ως χριστιανοί δεν λαμβάνουμε υπόψιν αυτή την αλήθεια πάντοτε και ιδιαίτερα αυτές τις ημέρες, ότι το Άγιο πνεύμα είναι εκείνο που ενεργεί τα πάντα. Αυτό δεν το λαμβάνουμε υπόψιν.