Ο πλούσιος δίνει λόγο για την ελεημοσύνη και ο φτωχός για την υπομονή

Και όχι μόνο ο πλούσιος, αλλά και ο φτωχός δίνει λόγο για την φτώχεια του∙ αν υπέμεινε την φτώχεια του γενναία και με ευχαρίστησι, αν δεν απελπίσθηκε, αν δε δυσανασχέτησε, αν δεν κατηγόρησε την πρόνοια του Θεού, βλέποντας άλλον να ζη τρυφηλή και σπάταλη ζωή, ενώ τον εαυτό του να είναι μέσα στην στέρησι.

Όπως δηλαδή ο πλούσιος δίνει λόγο για την ελεημοσύνη, έτσι και ο φτωχός δίνει λόγο για την υπομονή. Ή καλύτερα όχι μόνο για την υπομονή, αλλά και για την ελεημοσύνη την ίδια∙ διότι η φτώχεια δεν είναι εμπόδιο για ελεημοσύνη. Και μάρτυρας είναι η χήρα, που έρριξε τα δύο λεπτά και με την μικρή εκείνη εισφορά ξεπέρασε εκείνους, που κατέθεσαν πολλά (Λουκ. 21, 1-4).
Και όχι μόνο οι πλούσιοι και οι φτωχοί, αλλά και οι άρχοντες και οι δικαστές εξετάζονται με πολλή ακρίβεια, αν τυχόν παραβίασαν τον δίκαιο, αν έβγαλαν αποφάσεις για τους δικαζομένους από εύνοια ή από απέχθεια, αν αποφάσισαν αντίθετα από ό,τι έπρεπε, διότι τους κολάκεψαν∙ αν από μνησικακία έβλαψαν εκείνους που δεν είχαν δια πράξει καμιά αδικία.
Κρινόμαστε και για τα ακούσματαΚαι όχι μόνο για τα λόγια μας κρινόμαστε, αλλά και για τα ακούσματα, όπως για παράδειγμα, αν παραδέχθηκες ψεύτικη κατηγορία εναντίον του πλησίον σου.

«Να μην παραδεχθής», λέει η Γραφή, «επιπόλαιο άκουσμα» (Εξ. 23, 1). Αν όμως, όσοι δέχονται επιπόλαιο άκουσμα δεν θα επιτύχουν συγγνώμη, όσοι διαβάλλουν και κατηγορούν, ποιά απολογία θα έχουν;

Είμαστε υπόλογοι και για τις σκέψεις μας

Και γιατί λέω για λόγια και για ακούσματα, την στιγμή που είμαστε υπόλογοι και για τις σκέψεις μας; Και αυτό ακριβώς για να δηλώση ο Παύλος έλεγε∙ «Γι’ αυτό να μην κρίνετε κάτι πριν από τον καιρό του, μέχρι που να έρθη ο Κύριος, που θα ρίξη φως σε όσα είναι κρυμμένα στο σκοτάδι και θα φανερώση τις προθέσεις των καρδιών» (Α΄ Κορ. 4,5).

Και ο ψαλμωδός λέει∙ «Έτσι και κάθε ανθρώπινη σκέψι θα εξομολογηθή σε εσένα» (Ψαλμ. 75,11). Τί σημαίνει «κάθε ανθρώπινη σκέψι θα εξομολογηθή σε εσένα»; Για παράδειγμα, αν με δόλο και πονηρή σκέψη μίλησες στον αδελφό σου, αν με το στόμα και την γλώσσα σου τον επαινούσες, μέσα σου όμως σκεπτόσουν το κακό του και τον φθονούσες.
Και πάλι ο Χριστός υπονοώντας τούτο ακριβώς, ότι δηλαδή θα τιμωρηθούμε όχι μόνο για τις πράξεις αλλά και για τις σκέψεις μας, έλεγε: «Όποιος βλέπει γυναίκα με πονηρή επιθυμία, έχει ήδη διαπράξει μέσα του μοιχεία με αυτήν» (Ματθ. 5,28).
Αν και δεν διαπράχθηκε η αμαρτία, αλλά είναι ακόμα μέσα στην σκέψι, όμως ούτε έτσι μπορεί να μείνη ακατηγόρητος όποιος για το σκοπό αυτόν παρατηρεί με προσοχή τα κάλλη των γυναικών, με σκοπό να ανάψη την επιθυμία της πορνείας.

Πηγή: «ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΙΚΟΣ ΑΜΒΩΝ Θ΄
ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΚΑΙ Η ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ»
ΑΓΙΟΝ ΌΡΟΣ
Υπό Βενεδίκτου Ιερομονάχου Αγιορείτου
ΕΚΔΟΣΙΣ ΣΥΝΟΔΙΑ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ ΙΕΡΟΜΟΝΑΧΟΥ
ΙΕΡΑ ΚΑΛΥΒΗ «ΑΓΙΟΣ ΣΥΡΙΔΩΝ Α΄»
ΙΕΡΑ ΝΕΑ ΣΚΗΤΗ ΑΓΙΟΥ ΟΡΟΥΣ, 2013

Τὰ ἱερὰ λείψανα μιλᾶνε


Εἶναι ἀπὸ τὰ ἱερότερα κειμήλια τῆς πίστεώς μας: τὰ ἱερὰ λείψανα. Κείτονται μὲς στὶς λειψανοθῆκες ἀκίνητα καὶ σιωπηλά· καὶ ὅμως μᾶς μιλᾶνε. Πῶς; Μᾶς μιλᾶνε ὅταν εὐωδιάζουν· ὅταν μυροβλύζουν· μᾶς μιλᾶνε μὲ τὴν ἀφθαρσία τους ἢ μὲ τὴν εὐκαμψία τους· ὅταν διατη­ροῦν τὴ θερμοκρασία ζωντανοῦ σώματος· μᾶς μιλᾶνε μὲ τὰ πολλὰ καὶ ποικίλα θαύματα ποὺ ἐπιτελεῖ ἡ θεία χάρις μέσῳ αὐτῶν.

Μᾶς μιλᾶνε· καὶ τί μᾶς λένε; Μᾶς λένε ὅτι ἡ πίστη μας εἶναι ἀληθινή, εἶναι ζωντανή. Δὲν εἶναι θεωρίες καὶ φιλοσοφίες. Διακηρύττουν ὅτι ὑπάρχει Θεός, ποὺ ἐνεργεῖ θαυμάσια καὶ λογικῶς ἀνεξήγητα.

Τὰ ἱερὰ λείψανα μᾶς μιλᾶνε καὶ μᾶς λένε ὅτι ὁ Θεὸς τιμᾶ καὶ δοξάζει πλούσια αὐτοὺς ποὺ ἐφάρμοσαν τὸ θέλημά Του στὴ ζωή τους, ποὺ εὐαρέστησαν ἐνώπιόν Του. Αὐτοί, κατὰ τὴν ὑπόσχεσή Του, δὲν πεθαίνουν: «Ἀμὴν ἀμὴν λέγω ὑμῖν, ἐάν τις τὸν λόγον τὸν ἐμὸν τηρήσῃ, θάνατον οὐ μὴ θεωρήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα». Σᾶς διαβεβαιώνω κατηγορηματικὰ ὅτι, ἂν κανεὶς ἐφαρμόσει στὴ ζωή του τὸν λόγο μου, δὲν θὰ δεῖ ποτὲ τὸν πνευματικὸ καὶ αἰώνιο θάνατο (Ἰω. η´ 51). Ζοῦν καὶ μετὰ τὸν σωματικό τους θάνατο τιμημένοι κοντὰ στὸ Θεό. Καὶ ἔχουν παρρησία ἐνώπιόν Του. Τὸν παρακαλοῦν, κι Ἐκεῖνος τοὺς ἀκούει, ἰδιαιτέρως ἐκείνους, καὶ ἐκπληρώνει τὶς ἐπιθυμίες τους.

Τὰ ἱερὰ λείψανα τῶν Ἁγίων μᾶς λένε ὅτι οἱ Ἅγιοι εἶναι πιὸ ζωντανοὶ ἀπὸ τοὺς ζωντανούς. Διότι σ᾿ αὐτοὺς καὶ ὄχι στοὺς ζων­τανοὺς καταφεύγουν οἱ ἄνθρωποι – δὲν περιμένουν ἀπὸ τοὺς ζωντανοὺς ­βοήθεια. Προσεύχονται ἐπιμόνως κοντὰ στὶς λειψανοθῆκες τους, τοὺς λένε τὸν πόνο τους, ἐπικαλοῦνται τὴ βοήθειά τους. Καὶ παίρνουν ἀπάντηση! Θαυματουργικὴ θεραπεία, λύση στὸ πρόβλημα, διέξοδο στὰ ἀδιέξοδα…

Τὰ θαύματα τῶν ἁγίων λειψάνων μᾶς ἀποκαλύπτουν ἕναν ἄλλον κόσμο, οὐράνιο, ποὺ ἐπικοινωνεῖ μὲ τὸν παρόντα. Δὲν τελειώνουν ὅλα μὲ τὸν θάνατο. Ὑπάρχει ζωὴ μετὰ τὸν θάνατο. Θὰ γίνει ἡ ἀνάσταση τῶν νεκρῶν.

Μὴ δεῖς τὸ σῶμα τοῦ Ἁγίου χωρισμένο ἀπὸ τὴν ψυχή του καὶ πεῖς πὼς εἶναι νεκρό, σημειώνει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος. Ἀλλὰ ἐκεῖνο πρόσεξε, ὅτι ὑπάρχει σ᾿ αὐτὸ δύναμη μεγαλύτερη ἀπὸ τὴν ψυχή του, ἡ χάρις τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, «πᾶ­σιν ὑπὲρ τῆς ἀναστάσεως ἀπολογου­μένη, δι᾽ ὧν θαυματοποιεῖ»· ­ὑπάρχει δύναμη ἡ ὁ­­­ποία δίνει μαρτυρία σὲ ὅλους γιὰ τὴν ἀλήθεια τῆς ἀναστάσεως μὲ τὰ ὅσα θαυματουργεῖ. Διότι, συνεχίζει ὁ Ἅγιος, ἂν σὲ νεκρὰ σώματα ποὺ ἔχουν διαλυθεῖ σὲ σκόνη ὁ Θεὸς χάρισε δύναμη μεγαλύτερη ἀπὸ ὅ,τι σὲ ὅλους τοὺς ζωντανούς, πολὺ περισσότερο θὰ τοὺς χαρίσει ζωὴ καλύτερη ἀπὸ τὴν προηγούμενη (ἀπὸ αὐ­τὴν ποὺ ἔζησαν στὴ γῆ) καὶ πιὸ εὐτυχή, κατὰ τὸν καιρὸ ποὺ θὰ στεφανώσει τοὺς ἀθλητὲς τῆς ἀρετῆς (PG 50, 529).

Τὰ ἱερὰ λείψανα μᾶς διδάσκουν ὄχι μό­νο ὅτι ὑπάρχει Θεός, ἀλλὰ καὶ ὅτι ὑπάρχει καὶ διάβολος. Τὰ δαιμόνια τρέμουν τὰ ἁγιασμένα αὐτὰ σώματα, οὐρλιάζουν, διαμαρτύρονται καὶ στὸ τέλος ἀποχωροῦν ἀπὸ τοὺς δαιμονισμένους. Ἡ σκόνη καὶ τὰ ὀστὰ καὶ ἡ τέφρα τῶν ἱερῶν ­λειψάνων, γράφει πάλι ὁ χρυσορρήμων Ἅγιος, κα­ταξεσχίζει τὶς ἀόρατες φύσεις (PG 61, 583).

Τὰ ἱερὰ λείψανα ἀποτελοῦν ἔντονη προ­­­τροπὴ γιὰ πνευματικὸ ἀγώνα. Εἶναι συγκλονιστικὸ νὰ βλέπει καὶ νὰ ἀσπάζεται κανεὶς ὅ,τι ἔχει ἀπομείνει ἀπὸ τὸ σῶμα ποὺ ἄθλησε γιὰ τὴν ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, ποὺ νήστεψε, ποὺ ἀγρύπνησε, ποὺ ἔκανε μετάνοιες, ἐλεημοσύνες, ποὺ κουράστηκε πολὺ σὲ κάθε λογῆς ἄσκηση, ποὺ ὑπέμεινε βασανιστήρια. Ἂν δεῖ κάποιος τὰ ματωμένα ὅπλα ἑνὸς μαχητῆ, ἀκόμη κι ἂν εἶναι ὁ πιὸ νωθρὸς καὶ δυσκίνητος, ἀμέσως πετάγεται πάνω καὶ ὁρμᾶ στὴ μάχη. Ἐμεῖς, ποὺ δὲν βλέπουμε ματωμένα ὅπλα, ἀλλὰ τὸ ἴδιο τὸ σῶμα ποὺ ἀξιώθηκε νὰ ματώσει γιὰ τὴν ὁμολογία τοῦ Χριστοῦ, ἀκόμη κι ἂν εἴμαστε οἱ πιὸ δειλοί, πῶς δὲν θὰ ἀποκτήσουμε πολλὴ προθυμία, καθὼς αὐτὸ τὸ θέαμα σὰν φλόγα θὰ εἰσέλθει στὴν καρδιά μας καὶ θὰ μᾶς ξεσηκώσει στὸν ἴδιο ἀγώνα (βλ. ­Ἰωάννου Χρυσοστόμου, PG 50, 672);

Τὰ ἱερὰ λείψανα, ὁ μεγάλος αὐτὸς θησαυρός μας, μᾶς λένε ἀκόμη πόσο πολὺ φτωχοὶ θὰ γίνουμε, ἂν δεχθοῦμε τὴν καύση τῶν νεκρῶν.

Τέλος, τὰ ἱερὰ λείψανα ἐλέγχουν τὴ σαρκολατρικὴ ἐποχή μας. ­Διαμαρτύρονται ἔν­τονα ὅτι «τὸ σῶμα οὐ τῇ πορνείᾳ, ἀλλὰ τῷ Κυρίῳ [γιὰ νὰ Τοῦ ἀνήκει ὡς μέλος Του], καὶ ὁ Κύριος τῷ σώματι [γιὰ νὰ κατοικεῖ σ᾿ αὐτό]» (Α´ Κορ. Ϛ´ 13)· διακηρύττουν ὅτι τὸ ἀνθρώπινο σῶμα δὲν εἶναι πλασμένο γιὰ τὴν ἀνηθικότητα, ἀλλὰ γιὰ τὸν Κύριο. Εἶναι λάθος νὰ τὸ ἀξιολογοῦμε μὲ κριτήριο τὸ μάταιο κάλλος του· νὰ φρον­τίζουμε μόνο νὰ εἶναι ὄμορφο, πράγμα ποὺ συχνὰ γίνεται ἀφορμὴ πειρασμῶν καὶ πτώσεων.

Τὸ σῶμα μας εἶναι πλασμένο γιὰ νὰ ζεῖ τὴ ζωὴ τῆς ἐγκρατείας, γιὰ νὰ ἐργάζεται τὰ ἔργα τῆς ἀρετῆς, νὰ κουράζεται, νὰ ἱδρώνει, νὰ ἀσκεῖται, ὥστε νὰ γίνει ναὸς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Αὐτὴ εἶναι ἡ ὀμορφιά του, αὐτὴ εἶναι ἡ δόξα του. Αὐτὸς εἶναι ὁ προορισμός του. Παραδόξως γιὰ τὴν κοι­νὴ ἀνθρώπινη λογικὴ ἡ ζωὴ τῶν σωματικῶν ἡδονῶν τὸ σκοτώνει· ἐνῶ ἡ ζωὴ τοῦ πνεύματος, ποὺ ζεῖ ὁ πιστὸς ἀρνούμενος νὰ ὑποκύψει στὶς κατώτερες ὁρμὲς τοῦ σώματος καὶ στὴν ὑπερβολικὴ περιποίησή του, τὸ ­ὠφελεῖ, τὸ ἁγιάζει· καὶ τὸ ­ἑτοιμάζει γιὰ αἰώνια δό­ξα. Διότι, ὅταν πεθάνει ὁ πνευματικὸς ἄν­θρωπος, τὸ σῶμα του, ἂν καὶ νεκρό, κρύβει μέσα του σπινθήρα ζωῆς, τὸν ἀρραβώνα τοῦ Πνεύματος, τὴν ἐγγύηση ὅτι θὰ ἀναστηθεῖ γιὰ νὰ κληρονομήσει ἑνωμένο μὲ τὴν ψυχὴ Βασιλεία οὐρανῶν.

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
1. Τρεμπέλα Παν., Δογματική, τόμ. Γ´, σελ. 402.

  1. Ἰωήλ, Μητροπολίτου Ἐδέσσης, Πέλλης καὶ Ἀλμωπίας, «Ἡ διδασκαλία τῆς Ἐκκλησίας μας περὶ τῶν ἁγίων λειψάνων», Περ. Ἐκ βαθέων, Περιοδικὴ ἔκδοση Ἱεροῦ Ναοῦ Ἁγίου Γεωργίου Γιαννιτσῶν τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Ἐδέσσης, Πέλλης καὶ Ἀλμωπίας, τεῦχ. 21 (Νοέμβριος 2010), σελ. 41-50 (www.inag.gr).

Ορθόδοξο Περιοδικό “Ο ΣΩΤΗΡ”

 

«ΙΕΡΑ ΕΞΕΤΑΣΗ» ΣΤΗΝ ΜΗΤΡΟΠΟΛΗ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗΣ ;

Δυστυχώς παρά τις επανειλημμένες προτροπές του ποιμνίου να μην προχωρήσει η Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης σε μια σύγχρονη «Ιερά Εξέταση», ένα καταδικασμένο παπικό τερατούργημα που στιγματιστείτε ιστορικά, ο Παναγιότατος Θεσσαλονίκης ή παρασυρόμενος από κακούς συμβούλους, ή διακατεχόμενος από ασυμβίβαστη με το λειτούργημα του εμπάθεια, προχωρεί στην τελική καταδίκη του ιερέα, Νικόλα Μανώλη μέχρι προ τίνος προϊστάμενο του ιερού βυζαντινού ναού Προφήτη Ηλία, της ιεράς Μητρόπολης Θεσσαλονίκης.

Το μεγάλο «παράπτωμα» του πατήρ Νικόλα ήταν ότι έχει επιτελέσει ένα πραγματικά αξιοθαύμαστο έργο στην ενορία του ακόμα και μετά την δυσμενή απομάκρυνση του. Επί χρόνια έχει αναπτύξει έντονο ιερατικό έργο με θαυμαστή κατηχητική δραστηριότητα, έχει οργανώσει πέραν των παιδικών κατηχητικών τμήματα νέων και ηλικιωμένων όπου γίνεται πατερική κατήχηση και παράλληλα και εδώ είναι το «επίμαχο σημείο», έχει εκδηλώσει επανειλημμένα δημόσια το αντιοικουμενιστικό του φρόνημα υπερασπιζόμενος τις θεμελιώδεις πατερικές αρχές της Ορθοδοξίας. Αυτό το τελευταίο φαίνεται πως έχει «ερεθίσει» κάποιους κύκλους στην Μητρόπολη, οι οποίοι εκτός από προσωπικές προσβολές προς το πρόσωπο του τον έχουν επανειλημμένα συκοφαντήσει στον Παναγιότατο και όπως αναφέρεται, τον έχουν οδηγήσει στην απόφαση της εκδίωξης του από τις τάξεις της ιεράς Μητρόπολης Θεσσαλονίκης.

Το ζήτημα όμως έχει πολύ μεγαλύτερες διαστάσεις από μια απλή δίωξη ενός ιερέα που αγωνίστηκε κατά της παναίρεσης το Οικουμενισμού. Έχει να κάνει με το ιερό καθήκον κάθε πραγματικού Ποιμένα να υπερασπίζεται τα ιερά και το όσια της Ορθοδοξίας. Όταν αυτά καταπατιούνται, όπως γίνεται κατά κόρο τον τελευταίο καιρό, οι αληθινοί Ποιμένες έχουν υποχρέωση να βγουν και να ορθώσουν φωνή εναντίον της θρησκευτικής αποστασίας. Είναι καθήκον τους και αναφαίρετο δικαίωμα τους να ομιλούν και όχι να σιωπούν, να εμφανίζονται και όχι κρύβονται πίσω από πέπλα υποκρισίας. Αλήθεια, που είναι όλοι αυτοί που υποτίθεται πως κόπτονται κατά του Οικουμενισμού ; Γιατί κρύβονται και δεν εμφανίζομαι να υπερασπιστούν τον διωκόμενο ιερέα που διώκεται για το ορθόδοξο του φρόνημα ; Ή μήπως ξεγελιούνται από το κατηγορητήριο της Μητρόπολης εναντίον του που είναι, «προφάσεις εν αμαρτίες».

Δεν αντιλαμβάνονται ότι επιχειρείται με αδιστακτο πλενο τροπο η χειραγώγηση «υπό των δοκούντων ορθοδοξείν και προσποιουμένων ομολογείν την υγιή ορθοδοξον πιστην» κατα τον Μεγα Βασίλειον, των πιστών μελών της Αγίας Εκκλησία, «υπέρ ων Χριστός απέθανε». Οπου διαστρέφεται η αλήθεια που προβαλει η Ιερα Παραδοση μας πρέπει να ενθυμούμαστε την ρήσιν του Ιησού Χριστού : «…Ὅτι κλείετε τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν ἔμπροσθεν τῶν ἀνθρώπων. ὑμεῖς γὰρ οὐκ εἰσέρχεσθε, οὐδὲ τοὺς εἰσερχομένους ἀφίετε εἰσελθεῖν». (Μάτθ. κγ’ 14).

Ρώτησε κάποτε ένας μοναχός τον αββά Παμβώ: «Αλήθεια γέροντα, θα αλλάξουν οι συνήθειες και οι παραδόσεις των χριστιανών και δεν θα υπάρχουν ιερείς στις εκκλησιές;». Και ο Γέροντας απάντησε: «Εκείνο τον καιρό οι ιερείς θα γίνουν άσωτοι και οι μοναχοί θα ζουν με αμέλεια. Οι ηγούμενοι θα αδιαφορούν για τη δική τους σωτηρία αλλά και του ποιμνίου τους. Θα είναι όλοι τους πρόθυμοι και πρώτοι στα τραπέζια και εριστικοί. Οι επίσκοποι πάλι των καιρών εκείνων θα δείχνουν δουλικότητα προς τους ισχυρούς, θα βγάζουν τις αποφάσεις ανάλογα με τα δώρα που θα παίρνουν και δεν θα υπερασπίζονται τους φτωχούς, όταν θα κρίνονται.».

Το ποίμνιο θα είναι πάλι εκεί, την Παρασκευή 13 Φεβρουαρίου, στην Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης για να εκδηλώσει το υψηλό του φρόνημα ενάντια στην νέα Ιερά Εξέταση, ενάντια στο φίμωμα του παπά Νικόλα Μανώλη, υπέρ της προαιώνιας πατερικής Ορθοδοξίας μας.

ΝΙΚΟΣ ΧΕΙΛΑΔΑΚΗΣ

Δημοσιογράφος-Συγγραφέας-Τουρκολόγος

nikosxeiladakis.gr

 

Θα προσεύχομαι, αλλά για να προσεύχομαι θέλω και λεφτά

Έναν τέτοιο γέροντα αμέριμνο, απλό, ταπεινό, με μεγάλη εμπιστοσύνη στον Χριστό και την Παναγία, γνωρίσαμε.

Ήταν από το Ριζοκάρπασο της σήμερα τουρκοκρατούμενης Κύπρου κι ήλθε στο Άγιον ‘Ορος όταν κι αυτό ήταν Τουρκοκρατούμενο. Εκοιμήθη πριν δώδεκα έτη σε ηλικία εκατόν έξι ετών. Είχε στο Άγιον ‘Ορος ογδόντα έξι έτη.

Εξήλθε αυτού μία δύο φορές, για να πάει προσκυνητής στα Ιεροσόλυμα. Ογδόντα έξι έτη είχε να φάει κρέας. Ογδότα έξι έτη είχε να δει γυναίκα. Είκοσι πέντε έτη είχε να πλύνει το πιάτο του. Υγιέσταστος, εγκρατέστατος, εξυπνότατος, αγαθότατος. Εκατόν τριών ετών ανέβηκε στη σκέπη του κελλιού του να διορθώσει τα κεραμίδια.

 

«’Οτι ζητάω από την Παναγία μου το στέλνει» έλεγε. «Έχω την εικόνα της, της Οικονόμισσας, και με οικονομεί η Υπερευλογημένη… Να, τώρα ήθελα νερό και ήλθες να μου φέρεις».

Μια φορά ήλθαν δύο φίλοι από την Αθήνα, νεαροί οικογενειάρχες, και με ρωτούσαν αν υπάρχουν γέροντες του Γεροντικού και της Φιλοκαλίας. Υπάρχουν τους είπα και τους πήγα στον γέροντα αυτόν, τον μοναχό Ιωσήφ τον Κύπριο. Ήταν τότε εκατόν πέντε ετών. Ήταν ξαπλωμένος κι έκανε κομποσχοίνι. «Οι κύριοι» του λέγω, «είναι από την Αθήνα και ήθελαν να πάρουν την ευχή σου». Τον είδαν πως δεν είχε όρεξη για κουβέντα. Αφού είπαν δύο-τρία λόγια, τους έκαμε νόημα να φύγουμε.

Φεύγοντας λένε στον γέροντα: «Γέροντα, είμαστε με πολλά προβλήματα, σας παρακαλούμε να προσεύχεσθε».

«Θα προσεύχομαι» τους απαντά, «αλλά για να προσεύχομαι θέλω και λεφτά»! Ντράπηκα πολύ, τα έχασα, δεν ήξερα τι να πω. Προσπαθούσα να δικαιολογήσω την κατάσταση. Απορούσα γιατί να το κάνει αυτό. Τους πήγα σ’ έναν άγιο άνθρωπο κι αυτός να ζητάει χρήματα για να προσευχηθεί; Αυτός που δεν γνώριζε καλά-καλά την αξία των χρημάτων και δεν τους έδινε μεγάλη σημασία. Οι άνθρωποι έφυγαν και λυπήθηκα.

Την άλλη ημέρα που πήγα να τον δω, μου λέει: «Πάτερ Μωυσή την αρετή δεν τη μαζέψαμε μαζί. Μην μου φέρνεις κόσμο να με τιμάνε. Ζήτησα από τον Θεό να με τιμήσει στην άλλη ζωή, όχι σ΄αυτή την ψεύτικη».

Εξεπλάγην. Ντροπιάσθηκε στους ξένους ζητώντας χρήματα, που ποτέ δεν είχε και ποτέ δεν τ’ αγάπησε, με ντρόπιασε κι εμένα. Πού να τολμήσω να ξαναπάω κόσμο. Χάλασε την εικόνα του, ως σπουδαίου ασκητού. Κατέστρεψε την πρόσοψη του. Ποιος από μας το κάνει αυτό; Ήταν ταπεινός. Υπεράνω και του σκανδαλισμού. Τον ένοιαζε τι θα πει γι αυτόν ο Θεός κι όχι οι άνθρωποι. ‘Οταν το είπα στους φίλους έμειναν άφωνοι…

Μοναχός Μωυσής Αγιορείτης,

Η εύλαλη σιωπή, εκδ. «Εν πλω»
πηγή