Να τα δέχεστε και να τα υπομένετε όλα σαν σταυρό

Να τα δέχεστε και να τα υπομένετε όλα σαν σταυρό

 

Άγιος Λουκάς Αρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως και Κριμαίας

Υπάρχουν διάφοροι σταυροί. Υπάρχουν σταυροί, που έχουν εξαιρετικά μεγάλο βάρος, όπως οι σταυροί των Αγίων μαρτύρων, των Οσίων και των μεγάλων.

Ιεραρχών. Τέτοιοι σταυροί προορίζονται από τον Θεό για τους λίγους και εκλεκτούς Του, για τους οποίους γνωρίζει ότι είναι αρκετά ισχυροί και μπορούν να σηκώσουν και τον πιο βαρύ σταυρό.

Για μας όμως, τους αδύναμους Χριστιανούς, που δίνουμε λίγη προσοχή στην πνευματική ζωή και είμαστε γεμάτοι πάθη και επιθυμίες της σάρκας, ο Θεός προετοίμασε πολύ πιο ελαφρούς σταυρούς.

Μας στέλνει στην οδό της ζωής μας παρά πολλές θλίψεις και μας δίνει την εντολή να υπομένουμε ταπεινά τις συκοφαντίες, τις προσβολές και τις ύβρεις από τους ανθρώπους.

Να υπομένουμε, λοιπόν, τις θλίψεις που μπορεί να προκύψουν από την αποτυχημένη οικογενειακή ζωή ή από έναν αταίριαστο γάμο. Να υπομένουμε τη ζηλοτυπία στο γάμο. Μας δίνει την εντολή να υπομένουμε τις προσβολές και να μην αποδίδουμε προσβολή αντί προσβολής, να δείχνουμε εδώ υπομονή, επειδή αυτός είναι ο σταυρός μας.

Να τα δέχεστε και να τα υπομένετε όλα σαν σταυρό. Να σηκώσουμε τον σταυρό σημαίνει ήρεμα και με ευχαριστία να υπομένουμε όλα αυτά που μας στέλνει ο Θεός, τον πόνο και τις θλίψεις, τις ασθένειες και τις αδικίες.

Αυτό σημαίνει να βαδίζουμε αγόγγυστα την θλιμμένη οδό, με τη στενή πύλη, που οδηγεί στη Βασιλεία των Ουρανών. Σ’ αυτήν ακριβώς την οδό, πρέπει να ακολουθήσουμε τον Χριστό μας. Πρέπει να θυσιάσουμε τα πάθη, τις επιθυμίες και τα θελήματά μας στον Θεό και στους ανθρώπους. Και όπως ο Κύριος ανέβηκε στον φοβερό Σταυρό του Γολγοθά, έτσι και εμείς όταν σηκώνουμε τον σταυρό μας, πρέπει να θυμόμαστε ότι ακολουθούμε την οδό της διακονίας του Θεού και των ανθρώπων και αυτή η οδός είναι η μόνη, που μας οδηγεί μέσω του Γολγοθά στην Ανάσταση.

Τι είναι η βασκανία, το «μάτι»; Γιατί κάποιος μπορεί να «ματιάσει» και κάποιος άλλος όχι;

 

Η Εκκλησία μας δέχεται την βασκανία, δηλαδή την επέμβαση του πονηρού πνεύματος και τη θεωρεί έργο του διαβόλου. Σχετίζεται κυρίως με τον φθόνο και την ζήλεια.

Γι’ αυτό και η ευχή κατά της βασκανίας (που διαβάζεται μόνο από Ιερέα) λέει μεταξύ άλλων:
…απόστησον πάσαν διαβολικήν ενέργειαν, πάσαν σατανικήν έφοδο και πάσα επιβουλήν, περιέργειαν τε πονηράν και βλάβην και οφθαλμών βασκανίαν τω φθονερών ανθρώπων απο του δούλου σου ( όνομα ) και η υπο ωραιότητος ή ανδρείας ή ευτυχίας ή ζήλου ή και φθόνου βασκανίας συνέβη,…

Στην απάντηση μας αυτή δεν θα αναφερθούμε σε αυτόν που “ματιάζεται”, αλλά σε αυτόν που “ματιάζει”. Και αυτό, γιατί πρέπει να εξετάσουμε και να πολεμήσουμε την πηγή της βασκανίας. Το ερώτημα δεν είναι γιατί “μας πιάνει το μάτι”, αλλά γιατί κάποιοι έχουν αυτή την αρνητική ικανότητα…
Ο καθένας από εμάς μπορεί να ματιάσει; Όχι. Άρα αυτός που μπορεί, τι έχει ή μάλλον τι του λείπει και μεταδίδει αρνητική ενέργεια “δια της οράσεως”;

Είπαμε ότι οι πατέρες της Εκκλησίας μας αποδίδουν το μάτι σε “δαιμόνιο”. Αυτός που ματιάζει έχει “δαιμόνιο”. Ακούγεται βαρύ αλλά έτσι είναι.
Αυτός που ματιάζει, συνήθως απέχει από την εκκλησία και τα μυστήρια της. Δεν εξομολογείται, δεν κοινωνεί των Αχράντων μυστηρίων, δεν κάνει τον Σταυρό του ή τελοσπάντων ανήκει στο Σώμα της Εκκλησίας αλλά δεν μετέχει συνειδητά στα μυστήρια της… και μάλλον έτσι είμαστε οι περισσότεροι: “ο λαός ούτος τω στόματι αυτών και τοις χείλεσί με τιμά, η δε καρδία αυτών πόρρω απέχει απ΄ εμού· (Ματθ. ιε,8)

Δυστυχώς, έτσι είναι όσο και αν ακούγεται άσχημα όσο και αν δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε, η αποχή και η απομάκρυνση από τον θείο δρόμο από τον μη εκκλησιασμό, μόνο πόρτες ανοίγει στον διάβολο με ό,τι μπορεί να συνεπάγεται αυτό.

Ο καθένας από εμάς λοιπόν, πρέπει να εξετάσει τον εαυτό του σχετικά με την ειλικρινή συμμετοχή του στα μυστήρια και στον εκκλησιασμό και να ασφαλίσει τον εαυτό του με το μεγαλύτερο όπλο κατά του διαβόλου που είναι ο Σταυρός.
Ακούστε και την σχετική ομιλία του Γέροντος Εφραίμ:
(Δεξί κλικ και αποθήκευση προορισμού ή αριστερό κλικ και αναμονή για να την ακούσετε. Είναι περίπου 5ΜΒ)

http://stelstam.googlepages.com/baskania-efraim.mp3

http://orthodoxanswers.gr

 

Συγκλονιστικό Θαύμα Αγίου Παρθενίου – Απαλλαγμένος από καρκίνο από το 1988, μετά από μία εγχείρηση στα έντερα και 4 εγχειρήσεις στους πνεύμονες!!!

Σαν πρώτο θαύμα απαλλαγής από τη φοβερή νόσο τού καρκίνου, παραθέτουμε τη γεμάτη περιπέτειες μαρτυρία τού κ. Στέφανου Στεφάνου, συνταξιούχου ναυτικού, που κατοικεί στον Πειραιά και κατάγεται από την Άνδρο. Ο ίδιος μας έγραψε την ιστορία του και εμείς την καταχωρούμε χωρίς καμμία αλλαγή.
 
Ποιος άνθρωπος στον κόσμο αυτόν δεν πόνεσε ψυχικά και σωματικά; Και ποιος δεν αισθάνθηκε την ανάγκη να ρωτήσει γιατί ο πόνος στον κόσμο. Ο ουρανός δεν είναι πάντα ξάστερος και το πέλαγος δεν είναι πάντα γαλήνιο. Τον ουρανό τον σκεπάζουν σύννεφα βαρειά και μαύρα και ξεσπούν τρομερές νεροποντές και καταιγίδες. Τα ολόμαυρα σύννεφα τού πόνου και οι καταιγίδες των δακρύων τον κατακλύζουν.
 
Τέτοιες καταιγίδες πέρασε και ο ομιλών με τις ασθένειες τού καρκίνου. Παραμονές Χριστουγέννων 1982 διεγνώσθη όγκος στο παχύ έντερο μεγάλος. Τότε επισκέφθηκα τον μακαριστό πατέρα Πορφύριο, ο οποίος με ενίσχυσε και μου είπε: «να πας να εγχειρισθής και θα γίνης καλά».
 
3.1.1983 έγινε η εγχείρησις στο παχύ έντερο και η ιστολογική εξέτασις έδειξε κακοήθη καρκίνο.
 
Τον Μάρτιο τού 1984 παρουσιάζεται όγκος στον αριστερό πνεύμονα. Εγχειρίσθηκα 21 Μαρτίου, μου αφαιρέσανε τον μισό αριστερό πνεύμονα και η ιστολογική εξέτασις έδειξε καρκίνο εκ μεταστάσεως εκ τού εντέρου.
 
Τον Οκτώβριο τού ιδίου έτους 1984, παρουσιάζεται στο δεξιό πνεύμονα όγκος, εγχειρίσθηκα και πάλι˙ η ιστολογική έδειξε μετάσταση εκ τού εντέρου.
 
Τον Δεκέμβριο τού 1987 κάνοντας Check up, αξονικές τομογραφίες κ.λπ. βρέθηκα και πάλι κτυπημένος στον δεξιό πνεύμονα.
 
Χειρουργήθηκα, η ιστολογική έδειξε και πάλι μετάσταση εκ τού εντέρου, κακοήθης καρκίνος.
 
Τότε όμως, προ της τρίτης εγχειρίσεως, όταν μου ανηγγέλθη ότι ο δεξιός πνεύμων πάλι παρουσιάζει όγκον καρκίνου και ότι, εάν δεν εγχειρισθώ συντόμως, εντός τριών μηνών θα επέλθη ο θάνατος.
 
Ήμουν τότε στο Λονδίνο και τόσο πολύ ελυπήθην από αυτόν τον ψυχικόν πόνον φεύγοντας από το γραφείον του ιατρού και πηγαίνοντας πεζός στο ξενοδοχείον, επότισα δια των δακρύων μου τους δρόμους τού Λονδίνου λέγοντας:
«Θεέ μου, δεν χρειάζεται να βρέξης, εγώ επότισα με τα δάκρυα μου το Λονδίνο».
 
Εφοβήθην όμως την τρίτη εγχείρηση πνεύμονος και ο ιατρός πνευμονολόγος Stephen Spiro University College επέμενε να γίνη και αυτή η εγχείρησις από τον χειρούργον Peter Goldstraw εις Brompton Hospital.
 
Ο χειρούργος Peter Goldstraw μας είπε ότι η εγχείρησις θα χρειασθή 5 με 6 ώρες. Μετεφέρθην στο χειρουργείον προς εγχείρησιν και σε μία και μισή (1 1/2) ώρα εβγήκε ο χειρούργος και είπε στην σύζυγόν μου Finis.
 
Εκείνη ετρόμαξε ότι ή με έραψε χωρίς να με εγχειρήση ή πέθανα.
 
Αλλά ο χειρούργος Peter Goldstraw διεθνούς φήμης χειρούργος πνευμόνων την καθησύχασε λέγοντας:
«Η εγχείρησις έγινε πολύ καλά αλλά εμένα, λέει ο γιατρός, όσο χειρουργούσα τα χέρια μου έφευγαν και δεν κατάλαβα πως τελείωσε τόσο γρήγορα η εγχείρησις».
 
Ο Μεγάλος Θεός έστειλε τον Αγιόν Του και Αυτός ο Άγιος με χειρούργησε. Ήτο πάλι κακοήθης καρκίνος εκ μεταστάσεως.
 
Σε ένα χρόνο πάλι, ακριβώς Δεκέμβριος τού 1988, ξανά άλλη επέμβαση πάλι στο δεξιό πνεύμονα. Καρκίνος κακοήθης εκ μεταστάσεως από το έντερο. Στην τετάρτη εγχείρηση θα χρειασθή μου είπαν 15 ημέρες νοσοκομείον αλλά, λόγω των Χριστουγέννων που φεύγει το προσωπικό και λόγω ότι πήγαινα καλά στην εγχείρηση, στις 6 ημέρες με έβγαλαν και πήγα στο ξενοδοχείον και έτσι έγιναν μία εγχείρησις στα έντερα και 4 εγχειρήσεις στους πνεύμονες.
 
Αν και έχει μείνει ο αριστερός πνεύμονας μισός και ο δεξιός τρεις φορές εγχειρισμένος, ζω από την τελευταία εγχείρησιν με την βοήθεια τού Θεού 10 χρόνια χωρίς να έχω δύσπνοιες. Παρ’ όλο που η δύναμις των πνευμόνων είναι πάρα πολύ πεσμένη.
 
Φωνάζω όμως και εγώ σαν τον Μπετόβεν: «Πάνσοφε Θεέ, δώσε ότι θέλεις, είτε ευχάριστο είτε δυσάρεστο, φτάνει να προέρχεται από το χέρι σου».
 
Και είη το όνομα Κυρίου ευλογημένο, ως μου υπέδειξε ο μακαριστός πατήρ Ιάκωβος Τσαλίκης της Ιεράς Μονής Οσίου Δαβίδ, καθώς και Δόξα τω Θεώ πάντων ένεκεν. Εν ημέρα θλίψεώς μου τον Θεό εξεζήτησα και δια τούτο όχι μόνον θα τον εκζητώ αλλά και θα τον ομολογώ.
 
Τα θαύματα έγιναν το ένα κατόπιν τού άλλου:
Δια των Αγίων Παρθενίου Επισκόπου Λαμψάκου τού Θαυματουργού, τού οποίου η Εκκλησία ευρίσκεται εις Λύρειον Ίδρυμα Μάτι Αττικής. Ο Άγιος Παρθένιος εορτάζει 7 Φεβρουαρίου ο οποίος και είναι ο προστάτης Άγιος δια τον καρκίνον.
 
Το δεξί χέρι τού Αγίου Παρθενίου ευρίσκεται εις Ιεράν Μονή Αγίου Νικολάου Άνδρου το οποίο πολλές φορές προσκύνησα.
 
Δια πρεσβειών τού Αγίου Νεκταρίου, Αγίου Παταπίου, Οσίου Δαβίδ Ευβοίας, Αγίου Εφραίμ Νέας Μάκρης, τους οποίους όλους παρακάλεσα δια των προσευχών μου. Και δια των προσευχών τού Πνευματικού μου Πατέρα, αειμνήστου Γρηγορίου Μητροπολίτου Καστοριάς. Δια προσευχών τού πατρός Σωφρονίου Essex Αγγλίας, τού πατρός Πορφυρίου, τού πατρός Ιακώβου Τσαλίκη και τού πατρός Παϊσίου Αγίου Όρους.
 
Αυτή την στιγμή ευρίσκομαι εν τη ζωή, αν και οι γιατροί είχαν αποφανθή ότι δεν θα ζήσω. Διότι τρίτη και τέταρτη εγχείρησις καρκίνου στους πνεύμονες δεν είχε γίνει σε κανένα διεθνώς.
 
Ο πατήρ Πορφύριος και ο πατήρ Σωφρόνιος κάθε φορά που τους επισκεπτόμουν μου έλεγαν «θα γίνης καλά».
 
Πέρασαν 10 χρόνια από την τελευταία εγχείρηση και με την βοήθεια τού Θεού η ασθένεια εσταμάτησε.
 
Εγώ όμως δεν σταμάτησα να επικαλούμαι την βοήθεια τού Θεού, της Παναγίας και των Αγίων και τού Αγίου Παρθενίου που είναι άγιος τού καρκίνου. Προ 4 ετών πηγαίνοντας στο Λονδίνο δια εξετάσεις ο ιατρός εδάκρυσε, όταν με είδε και είπε: «δεν ήλπιζα να σε ξαναδώ».
 
Πράγματι, όλα αυτά που διαβάσαμε είναι περισσότερο από συγκλονιστικά. Ο κύριος Στέφανος μετά από τόσες περιπέτειες ζει θαυματουργικά, απαλλαγμένος τελείως από τον καρκίνο ήδη από το 1988, παρ’ όλο που οι γιατροί τού Λονδίνου όπου έγιναν όλα τα χειρουργεία δήλωναν στη σύζυγο του, κ. Γαρυφαλλιά· «δεν πρόκειται να ζήσει, σύντομα θα επέλθει ο θάνατος, γιατί δεν είναι δυνατόν μόνο τέσσερα κύτταρα να ξέφυγαν. Να δούμε πόσα άλλα θα ξέφυγαν και που πήγαν και φώλιασαν». Και όμως ζει και μάλιστα χωρίς αναπνευστικά προβλήματα. Γεμάτος δε ευγνωμοσύνη προς τον άγιο έκτισε και το εκκλησάκι του στο Λύρειο Ίδρυμα, στο Μάτι Αττικής, αφού ζήτησε άδεια από τον τότε Μητροπολίτη Αττικής, αείμνηστο Δωρόθεο, ο οποίος, όταν πληροφορήθηκε το θαύμα τού Αγίου Παρθενίου, συγκινήθηκε πολύ και έδωσε την συγκατάθεση του.
 

Κωνσταντίνος ο Μέγας και η ιστορική αλήθεια

φώτο: Μικρή προτομή του Μ. Κωνσταντίνου από χαλκηδόνιο λίθο, των αρχών του 4ου αιώνα. Διακρίνεται στο θώρακα το σύμβολο του Σταυρού. (Παρίσι, Εθνική Βιβλιοθήκη)
Κωνσταντίνος ο Μέγας και η ιστορική αλήθεια
Του π. Γ. Δ. Μεταλληνού, τ. Κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών

Ο π. Γεώργιος Μεταλληνός ξεσκεπάζει μια Δυτικόφερτη συνωμοσία των αρχαίων Παγανιστών, την οποία συνεχίζουν να συντηρούν σε συνεργασία Νεοπαγανιστές και Προτεστάντες!

Τα Μετέωρα στο… Game of Thrones (φωτο) -Τί άλλο νεοεποχίτικο θα δούμε ακόμη;

 

Εκατομμύρια φανατικούς θαυμαστές μετρά η δημοφιλής σειρά του ΗΒΟ «Game of Thrones», η οποία σπάει κάθε τηλεοπτικό ρεκόρ παγκοσμίως. Το σενάριο εμπλέκει περιοχές με χιόνια, κάστρα, αλλά και ερήμους, γι’ αυτό και τα γυρίσματα γίνονται σε πολλά σημεία του κόσμου, όπως το Μαρόκο και την Κροατία. Ωστόσο, στη σειρά υπάρχει και ελληνική «παρουσία», αφού έχουν προβληθεί τα Μετέωρα.

Συγκεκριμένα, σε επεισόδιο του δεύτερου κύκλου ο εκ των πρωταγωνιστών της σειράς, Tyrion Lannister, βρίσκεται αιχμάλωτος στο κάστρο του Vale, όπου υπάρχει ένα… ιδιαίτερο κελί, καθώς «βλέπει» στο κενό αντί να έχει τοίχο. Στο βάθος του σκηνικού διακρίνονται οι βράχοι των Μετεώρων στην Καλαμπάκα, μία λεπτομέρεια που λίγοι έχουν παρατηρήσει.

Ωστόσο, οι παραγωγοί της σειράς δεν ήρθαν ποτέ στην θεσσαλική πόλη για γυρίσματα, απλά «προσέθεσαν» το σκηνικό μέσω υπολογιστή.

Ο τέταρτος κύκλος του Game of Thrones τελείωσε τα ξημερώματα σήμερα, με την προβολή του τελευταίου επεισοδίου στις ΗΠΑ. Ο πέμπτος κύκλος αναμένεται να προβληθεί την άνοιξη του 2015.

Παναγιώτα Χατζηκτωρή

 

   
Η μακαριστή Παναγιώτα γεννήθηκε στις 10-3-1909 στο κατεχόμενο σήμερα κεφαλοχώρι Κάτω Ζώδια της Κύπρου. Οι γονείς της Χαράλαμπος Καρής και Θεογνωσία Χατζηπαναγιώτου απέκτησαν ακόμη πέντε παιδιά. Καταγόταν από ευλαβή παραδοσιακή οικογένεια. Ο αδελφός της γιαγιάς της ήταν πρωτόπαπας, ενώ ανάμεσα στους προγόνους της υπήρχαν αρκετοί ιερείς. Μέχρι σήμερα οι απόγονοί τους ξεχωρίζουν για την καλωσύνη, την ευλάβεια και τον καλό τους χαρακτήρα, κυρίως όμως για την αγάπη τους προς τον Θεόν και την Εκκλησία.
Η Παναγιώτα ως παιδί ήταν ήσυχη, είχε απλότητα, καλωσύνη και ήταν τελείως απονήρευτη.
Όταν ήταν δέκα ετών περίπου, ένα απόγευμα την πήρε η αδελφή της γιαγιάς της σ’ ένα εξωκκλήσι του Αγίου Γεωργίου για ν’ ανάψουν τα καντήλια. Όταν έφθασαν είπε με απλότητα η γιαγιά: «Ήρθαμε στον Αγιο, μας θέλει άραγε; Ας τον ρωτήσουμε», και φωνάζει έξω από το ναό: «Αγιέ μας Γεώργιε, μας θέλεις ή όχι;». Τότε ακούστηκε φωνή μέσα από την Εκκλησία να λέη:
«Ναι, σας θέλω». Αυτό επαναλήφθηκε τρεις φορές, και άκουσαν έκπληκτες και οι δύο την φωνή του. Εισήλθαν μέσα στο εξωκκλήσι αλλά διεπίστωσαν ότι δεν υπήρχε κανείς. Έψαξαν έξω αλλά πάλι δεν είδαν άνθρωπο.
Σε ηλικία 14 ετών αρραβωνιάστηκε και παντρεύτηκε τον Χρήστο Χαραλάμπους Χατζηκτωρή. Στα 19 της απέκτησε το πρώτο της παιδί με μεγάλη δυσκολία. Αυτό επισφράγισε ολόκληρη την ζωή της. Παρέμεινε καχεκτική και αδύνατη, γι’ αυτό έμεινε για αρκετό χρονικό διάστημα στο κρεββάτι. Δεν μπορούσε να κάνη βαρειές δουλειές. Μία ώρα πήγαινε στο χωράφι, μετά γύριζε στο σπίτι και έκανε το νοικοκυριό της. Ευτυχώς είχε κατανόηση και συμπαράσταση από τον άνδρα της, με τον οποίον απέκτησαν πέντε παιδιά ενώ είχε άλλες τόσες αποβολές.
Αγαπούσε πολύ τα παιδιά της. Τα είχε συνέχεια κοντά της, τα νουθετούσε, κάθε Σάββατο τα έπλενε και την Κυριακή εκκλησιάζετο όλη η οικογένεια μαζί.
Παρ’ όλο που είχαν μεγάλη περιουσία και έπαιρναν εργάτες για να καλλιεργούν τα κτήματά τους, τις Κυριακές και τις εορτές τις τιμούσαν με αργία. Η Παναγιώτα δεν άφηνε τις κόρες της στις αργίες ούτε να σκουπίσουν. Τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι, τα μάζευε με το χέρι της κάτω από το τραπέζι για να μην τα πατάνε και σκούπιζε την άλλη μέρα.
Αν και ήταν φιλάσθενη και αδύνατη, τηρούσε κατά γράμμα όλες τις νηστείες και αυτό απαιτούσε να κάνουν και τα παιδιά της. Κάποτε που η κόρη της Θεογνωσία σκούπιζε μία ντουλάπα και βρήκε ένα κομμάτι τραχανά, ασυναίσθητα το έφαγε σε ημέρα νηστείας. Η Παναγιώτα την μάλωσε και την έστειλε να εξομολογηθή για να μπορέση να κοινωνήση.
Δεν σύχναζε σε γειτονικά σπίτια για να πίνη καφέ και να κουβεντιάζη. Έλεγε ότι ο καφές βλάπτει, δεν είναι καλό πράγμα. Ήταν πράος χαρακτήρας και περνούσε απαρατήρητη. Ήταν με όλους ειρηνική και προσπαθούσε να ειρηνεύη τον σύζυγό της, όταν παρεξηγείτο με τους εργάτες. Έδινε σε όποιον της ζητούσε, ακόμη και αν ήταν απ’ αυτούς που είχαν διαφορές με τον σύζυγό της.
Ούτε με τα παιδιά της ούτε με κανέναν άλλον ποτέ παρεξηγήθηκε ή μάλωσε. Παρ’ όλο που το πρόσω­πό της ήταν πολύ ρυτιδωμένο, εν τούτοις είχε κάτι αλλοιώτικο πάνω της. Μία ηρεμία, ένα φως, μία ξεχωριστή χάρη. Είχε μεγάλη ευλάβεια και σεβασμό στην Ιερωσύνη και τιμούσε τους Ιερείς.
Όταν με κόπους και θυσίες πάντρεψε τις κόρες της, τις συμβούλευε να αγαπούν τους άνδρες τους, τις οικογένειές τους αλλά και όλους τους ανθρώπους· να υπομένουν και να σιωπούν για να τις αγαπά ο Θεός.
Η Παναγιώτα δεν ήξερε γράμματα. Είχε πάει μόνο στην πρώτη Δημοτικού και λίγο στην δευτέρα. Διάβαζε δύσκολα και συλλαβιστά. Μέχρι που πάντρεψε τα παιδιά της δεν είχε τον χρόνο να κάνη πολλές προσευχές αλλά ούτε και ήξερε. Έλεγε όμως συνέχεια «Δόξα σοι, ο Θεός». Ήταν φιλήσυχη και σιωπηλή. Αν δεν την ρωτούσαν, δεν μιλούσε. Και όταν μιλούσε, δεν έλεγε άσκοπα και περιττά πράγματα.
Μετά την εισβολή των Τούρκων ήρθε και εγκαταστάθηκε στην Κάτω Λακατάμια, στον συνοικισμό προσφύγων του Αγίου Μάμαντος, μαζί με την κόρη της Θεογνωσία και τον σύζυγό της.
Εκεί γνώρισε τον π. Ανδρέα, πρώην Σιναΐτη ιερομόναχο, που ζούσε ασκητικά μέσα σε παράγκα με λαμαρίνες χειμώνα-καλοκαίρι, και το πάτωμα ήταν χώμα. Η Παναγιώτα εξωμολογήθηκε στον π. Ανδρέα και αυτός της έδωσε ένα μικρό προσευχητάρι και ένα μικρό βιβλιαράκι με τους χαιρετισμούς της Παναγίας. Αυτή με απλότητα κράτησε ό,τι της είπε ο Πνευματικός και τα τηρούσε με ακρίβεια.
Είχε εν τω μεταξύ κοιμηθή ο σύζυγός της και αυτή έμενε μόνη στο δωμάτιό της στον επάνω όροφο. Από τις δυσκολίες στους πολλούς τοκετούς και ίσως εξ αιτίας της οστεοπόρωσης είχε αρχίσει να κυρτώνη και στα τελευταία της είχε γίνει σαν την συγκύπτουσα του Ευαγγελίου. Η κύρτωσή της ήταν τόσο μεγάλη που το κεφάλι της απείχε μόνο μία σπιθαμή από το έδαφος. Βάδιζε δύσκολα στηριζόμενη σ’ ένα μπαστουνάκι σχήματος Τ. Για να δη κάποιον στο πρόσωπο έπρεπε να καθήση σε καρέκλα ή σε σκαμνάκι.
Κατ’ οικονομία Θεού πέρασε από το σπίτι της μία φιλομόναχη νέα, η οποία αργότερα έγινε μοναχή, έδωσε στην γιαγιά Παναγιώτα ένα κομποσχοίνι και της μίλησε για τη νοερά προσευχή. Έτσι άρχισε να λέη την ευχή με το κομποσχοίνι. Είχε τώρα δύο όπλα. Το κομποσχοίνι και το προσευχητάρι που τα αξιοποίησε με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στην ησυχία της.
Ξυπνούσε νωρίς και πρώτα άρχιζε τα πνευματικά της. Όπως ήταν κυρτωμένη και δεν μπορούσε να στέκεται όρθια, δεν καθόταν να διαβάζη, αλλά έβαζε μία τσάντα με μία καρέκλα, ακουμπούσε πάνω το προσευχητάρι και διάβαζε όρθια. Διάβαζε συλλαβιστά όλο το προσευχητάρι και αυτό κρατούσε πολλές ώρες. Το προσευχητάρι της άρχιζε με τον Εσπερινό και τελείωνε με το Απόδειπνο. Και η γιαγιά ξεκινούσε το πρωΐ την ακολουθία με τον Εσπερινό και τελείωνε με το Απόδειπνο· έτσι φαίνεται ότι κατάλαβε πως της είπε ο Πνευματικός της να κάνη. Επειδή δεν μπορούσε να κάνη μεγάλες μετάνοιες, έκανε μικρές με σταυρούς, όσες μπορούσε.
Την ημέρα διάβαζε τους Χαιρετισμούς με τον ίδιο τρόπο, συλλαβιστά, στο αυτοσχέδιο αναλόγιό της. Τις υπόλοιπες ώρες της ημέρας προσηύχετο με το κομποσχοίνι της, λέγοντας την ευχή. Το απόγευμα, όταν ερχόταν η συγκεκριμένη ώρα να κάνη την ακολουθία της, όποιοι επισκέπτες κι αν ήταν, όσο αγαπητοί κι αν ήταν, -εγγόνια, παιδιά, νύφες,- εσηκώνετο σιωπηλή και ανέβαινε στο υπερώο της για να διαβάση την ίδια ακολουθία που είχε κάνει το πρωΐ.
Την ρώτησε ένας ιερέας τί διαβάζει, και του ανέφερε το Προσευχητάρι. Την έβαλε να διαβάση. Αρχισε από τον Εσπερινό «Κύ-ριε (ε) κέ-κρα-ξα προς σε». Διάβαζε την κάθε λέξη συλλαβιστά, τονίζοντας την κάθε συλλαβή, και έβγαινε η φωνή της από μέσα απ’ την καρδιά της με δύναμη τρεμουλιαστά. Την ρώτησε ακόμη τί σημαίνουν αυτά και αν τα καταλαβαίνη. Και απάντησε: «Ακούεις; ακούεις; Όταν εκέκραξεν ο πετεινός». Αυτή ήταν η μετάφραση της γιαγιάς [Η Παναγιώτα με όλη την απλότητά της δίνει μία απάντηση και μία λύση στο πολυσυζητημένο θέμα της μεταφράσεως των λειτουργικών κειμένων. Ελάχιστα κατανοούσε, αλλά τα βίωνε, γι’ αυτό και είχε θείες εμπειρίες. Για όσους επιθυμούν, υπάρχουν βοηθητικές ερμηνείες στα λειτουργικά κείμενα. Δεν μας λείπουν σήμερα τόσο οι γνώσεις, όσο η ευλάβεια, η απλότητα, η δυνατή πίστη, ο ένθεος ζήλος και η καθαρότητα των λογισμών].
Κάποτε την πήρε ο γαμπρός της στο κτήμα, και το απόγευμα, όταν ήρθε η ώρα της ακολουθίας, η γιαγιά κοίταζε δεξιά-αριστερά ανήσυχη. Ο γαμπρός της κατάλαβε. Την πήγε σ’ ένα σπιτάκι που είχε, έβαλε ένα κασόνι πάνω στην καρέκλα και της έκανε ένα πρόχειρο αναλόγιο. Η γιαγιά χαρούμενη έκανε την ακολουθία της.
Η Παναγιώτα εκκλησιαζόταν τακτικά και κοινωνούσε συχνά. Καθόταν σε μία καρέκλα μπροστά και ήταν πολύ αφοσιωμένη στην Λειτουργία. Παρατηρούσε με συγκεντρωμένη την προσοχή της στο Ιερό. Ήταν εντυπωσιακά και απόλυτα προσηλωμένη.
Κάποια ημέρα μετά την Λειτουργία είπε στην κόρη της: «Πάνω στην Αγία Τράπεζα ήταν ο Χριστός με τέσσερους άλλους που έκαναν έτσι», και με τα χέρια της προσπαθούσε να δείξη τις κινήσεις που έκαναν.
Έβλεπε συχνά Αγίους και Αγγέλους κατά την θεία Λειτουργία, και ειδικά τα τελευταία χρόνια. Το θεωρούσε πολύ φυσικό και νόμιζε ότι όλοι βλέπουν αυτά που έβλεπε η ίδια.
Την ρώτησε κάποιος ιερέας τί βλέπει, και αυτή δεν μιλούσε, μόνο κοίταζε αθώα. Στην επιμονή του τον ρώτησε «εσύ δεν βλέπεις;». «Όχι», απάντησε, αυτή χαμογέλασε και είπε με απορία, «δεν γίνεται». Υποχρεώθηκε να της πη τί βλέπει για να πη κι αυτή, «να δούμε αν βλέπουμε τα ίδια πράγματα». Είπε λοιπόν: «Ο Χριστός, η Παναγία και οι Αγιοί μας είναι κρυμμέ­νοι κάτω από την Αγία Τράπεζα. Άμα γίνεται Λειτουργία βγαίνουν».
Εκοιμήθη εν τω μεταξύ ο γαμπρός της και ήταν με την κόρη της. Κάποια μέρα πήγε η Θεογνωσία να ποτίση το χωράφι και νυχτώθηκε. Δεν πρόλαβε να γυρίση και κοιμήθηκε στο σπιτάκι που είχαν στο χωράφι. Η γιαγιά ήταν μόνη της. Όταν επέστρεψε η κόρη της την άλλη μέρα διηγήθηκε: «Εψές, σαν εκαθόμουν στο κρεββάτι μου και κρατούσα το κομποσχοίνι μου και προσευχόμουν γέμισε το σπίτι φως. Ήταν ένα φως σαν την λίρα την χρυσή. Εγώ έκλαια, έκλαια και έκανα συνέχεια τον σταυρό μου. Δεν ήξερα τι να κάνω. Έμεινε κάμποση ώρα και ύστερα λίγο-λίγο έφυγε από τον διάδρομο και εχάθη. Τί είναι τούτον το πράμα;».
Κάποτε έμεινε στην κόρη της Αιμιλία και την έβαλε να κοιμηθή στο δωμάτιο που ήταν τα εικονίσματα. Όλη τη νύχτα έβλεπε δύο καντήλια που φώτιζαν το δωμάτιο. Όταν ξημέρωσε το ένα χάθηκε.
Επίσης κατά την παραμονή της εκεί αρρώστησε. Μία νύχτα της παρουσιάστηκε μία γυναίκα με άσπρα ρούχα που έμοιαζε σαν νοσοκόμα, και της είπε ότι θα γίνει καλά, όπως και έγινε.
Την Μ. Σαρακοστή του έτους 1998 η γιαγιά Παναγιώτα, παρά το ότι πλησίαζε τα 90, νήστεψε κανονικά, αλλά ένιωθε μεγάλη αδυναμία. Μετά το Πάσχα τον περισσότερο καιρό ήταν ξάπλα. Στις 8-5-98 το απόγευμα πονούσε στα πόδια και δεν είχε διάθεση. Ζήτησε να φάη μούσμουλα. Εκείνη την ώρα έμπαινε η κόρη της Ελένη με μία σακκούλα μούσμουλα και έφαγε δύο-τρία. Τα κορίτσια της την έπλυναν και την άλλαξαν. Λέει στην κόρη της, «θα πεθάνω». Σε λίγο έγειρε το κεφάλι της και παρέδωσε το πνεύμα της ειρηνικά. Μέχρι την τελευταία στιγμή, είχε σώας τας φρένας και τις αισθήσεις της καλές, εκτός από την ακοή. Όπως ήταν καθαρή και ντυμένη, την έντυσαν πάλι με τα νεκρικά και το σάβανο. Το λείψανό της έμεινε μαλακό και ευλύγιστο μέχρι την επομένη ημέρα που το έβαλαν στον τάφο.
Την ίδια στιγμή που ξεψυχούσε η γιαγιά, το δισεγγονάκι της, ο Μάριος, ηλικίας 4-5 ετών, έδειχνε προς τις σκάλες ψηλά και έλεγε: «Μαμά, να, η γιαγιά η Παναγιωτού». Το παιδί με τα αθώα ματάκια του έβλεπε την εξαστράπτουσα ψυχή της γιαγιάς του που ανέβαινε στον ουρανό.
Αιωνία της η μνήμη. Αμήν.
(Απόσπασμα από το βιβλίο «Ασκητές μέσα στον κόσμο τ. Β’», Ιερόν Ησυχαστήριον «Αγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος», Αγιον Όρος)

Αλήθεια,,,πώς να «βγάλω»το παιδί;

Δεν είναι σπάνιο το ερώτημα στα χείλη νέων γονέων. Ερώτημα που το απευθύνουν ο ένας στον άλλον πρώτα, σε γνωστούς και φίλους κατόπιν, στον πνευματικό τους κάποιοι. Και θα ήταν ανάξιο λόγου ένα τέτοιο ερώτημα, αν η απάντησή του δεν γεννούσε έριδες, διαφωνίες και ψυχρότητες και αν αντιμετωπιζόταν χωρίς καμία πνευματική επίπτωση στο νεογέννητο παιδί.

Τί συμβαίνει λοιπόν; Την χαρά της τεκνογονίας, την εμπειρία της πατρότητας και μητρότητα, την ευλογία της συνδημιουργίας ζωής με το Θεό να σκιάζουν ευθύς εξ αρχής έριδες και διχογνωμίες σχετικά με το όνομα του παιδιού! «Του πατέρα μου», επιμένει ο σύζυγος. «Της μητέρας μου», η σύζυγος. «Δεν μ’ αρέσει το όνομα του πατέρα σου»«Είναι όμως η σειρά των δικών μου γονέων να χαρίσουν το όνομα στο εγγονάκι τους». Πόσες τέτοιες αντιπαραθέσεις και καυγάδες! Και όταν μάλιστα αυτές υποδαυλίζονται εκατέρωθεν από τους γονείς και τους συγγενείς των δύο νέων γονέων, τότε τα πράγματα μπορεί να φθάσουν σε εντάσεις και ρήξεις οικογενειακές μεγάλες, με απρόβλεπτες και μακροχρόνιες συνέπειες.

Βέβαια είναι καλό και προσδίδει τιμή και σεβασμό το έθιμο και η παράδοση, το κάθε παιδί να παίρνει το όνομα του παππού ή της γιαγιάς του. Χαρίζει αυτό και μια ιδιαίτερη χαρά και ικανοποίηση στους παππούδες, καθώς αισθάνονται μια πληρότητα βίου και μια ολοκλήρωση προσφοράς. Όμως το όνομα του παιδιού δίνεται στο παιδί για το παιδί. Συνοδεύει από την ήμέρα της Βαπτίσεώς του και έξης εις αιώνας αιώνων αυτό το ίδιο το νεογέννητο παιδί. Μ’ αυτό το όνομα θα μνημονεύεται όσα χρόνια ζήσει επί της γης, αλλά και μ’ αυτό το όνομα θα μνημονεύεται στους τεθνεώτας μετά τον θάνατό του, αφού μ’ αυτό το όνομα θα ζήσει στην αιωνιότητα.

Επομένως, το όνομα του παιδιού αφορά πρωτίστως και καθοριστικώς αυτό το ίδιο το παιδί. Έτσι και η επιλογή του δεν πρέπει να επηρεάζεται από κοσμικά, φιλοσυγγενικά και υστεροφημικά κριτήρια, αλλά η βαρύτητα πρέπει να πέφτει στο πως το όνομα του παιδιού θα επηρεάσει το ίδιο, θα το εμπνεύσει και θα το καθοδηγήσει στην ζωή του προς το αγαθό. Ο Άγιος που κάθε άνθρωπος φέρει το όνομά του καθίσταται πρότυπο στην ζωή τουΕμπνευστής στον βίο του. Προστάτης και βοηθός στον δρόμο της ζωής του. Δημιουργεί συγκινήσεις και πόθους μιμήσεως έτσι, ώστε να υποβοηθείται ο άνθρωπος στον αγώνα για να χαριτωθεί, να αξιωθεί και της δικής του αγιότητος δια πρεσβειών του Αγίου του οποίου το όνομα φέρει.

Αυτά πρέπει να είναι τα κριτήρια των γονέων. Έτσι πρέπει να επιλέγουν, και όχι με το ποιο όνομα είναι της μόδας για τον άλφα ή βήτα λόγο. Ποιο όνομα φτιάχνει ωραίο και μοντέρνο χαϊδευτικό ή μερικές φορές με τη διπλή ονοματοδοσία, για να ικανοποιήσουν διάφορες επιθυμίες και απαιτήσεις.

Μετά το θαύμα της εισόδου στη ζωή ενός παιδιού ακολουθεί ένα δεύτερο θαύμα: της εισόδου του στην αγία μας Εκκλησία δια του Μυστηρίου του Βαπτίσματος. Μαζί με την ευλογία και την Χάρη του ιερού Μυστηρίου το νεογέννητο λαμβάνει και το ιδιαίτερο όνομά του. Ακολουθούν και οι πρεσβείες και η ευλογία του Αγίου του οποίου το όνομα λαμβάνει. Αναλαμβάνει συγχρόνως και την παρακαταθήκη, την ευθύνη και την υποχρέωση να μιμείται και να εμπνέεται από την ζωή του Αγίου του, καθώς θα μεγαλώνει και θα μαθαίνει γι’ αυτόν, αλλά και θα αρχίζει να αγωνίζεται στον πνευματικό στίβο της ζωής.

Ας μη το ξεχνούν λοιπόν αυτό οι νέοι γονείς. Και ας μην επιτρέπουν την χαρά της γεννήσεως ενός παιδιού να επισκιάζουν έριδες σχετικά με το όνομά του. Αλλά και να μην αφήνουν να κυριαρχούν στην επιλογή του ονόματος κοσμικά και ανθρώπινα κριτήρια, που θα αποκόπτουν το παιδί από την ζωή των Αγίων, την ευλογία και την χάρη τους στην ζωή του.

Πηγή: in-agiosdimitrios.com