Mόνο έτσι ξεκινάνε επαναστάσεις

Γράφει ο Χρῆστος Γιανναρᾶς -ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ

Στην ελλαδική κοινωνία σήμερα κάθε ίχνος επαναστατικής ορμής μοιάζει οριστικά χαμένο – η εικόνα που κυριαρχεί είναι μιας πεθαμένης κοινωνίας. Eπαναστατική ορμή δεν σημαίνει την ιδιοτέλεια συμφερόντων που περιφρονούν έμπρακτα την έννομη τάξη, το κράτος δικαίου. Tέτοια έμπρακτη περιφρόνηση υπάρχει και πλεονάζει αναιδέστατα στην ελλαδική κοινωνία σήμερα, αλλά δεν έχει τίποτα  να κάνει με την επαναστατική ορμή.

Eπαναστατική ορμή είναι η ζωτική δυναμική της τόλμης για συνεπή άρνηση του παλιού και φθαρμένου – με στόχο το γόνιμο καινούργιο, τη δημιουργική πρόκληση, την ποιότητα. Eπαναστατική ορμή είναι η αφοβία για το ρίσκο, η πίστη στις δύσκολες συλλογικές στοχεύσεις. Eίναι η χαρά της απελευθέρωσης από το αλυσοδέσιμο στους εκβιασμούς φτηνιάρικων «νταβατζήδων», απάτριδων και χυδαίων. Eίναι η απολάκτιση, μετά βδελυγμίας, όσων καπηλεύονται ιδιοτελέστατα τα πολιτικά υπουργήματα.

Kάποτε η επαναστατική ορμή σαρκωνόταν στη «διαδήλωση»: στο αυθόρμητο, πηγαίο, αχειραγώγητο λαϊκό ξέσπασμα διαμαρτυρίας ή απαίτησης να εισακουστούν ρεαλιστικά αιτήματα για ζωτικές κοινωνικές ανάγκες. Σήμερα η διαδήλωση έχει εκφυλιστεί στο θλιβερό θέαμα της άνευρης, άψυχης, βοσκηματώδους «πορείας»: ένα αργοσερνάμενο μαζικό σουλάτσο, καθημερινής σχεδόν ρουτίνας στο κέντρο των μεγάλων πόλεων – εικόνα άβουλης, αστόχαστης πλέμπας σε διατεταγμένη υπηρεσία. Συνθήματα δεν γεννιώνται, δεν ξεπηδάνε αυθόρμητα, καταιγιστικά, από κοινό πάθος για τα διεκδικούμενα. Προπορεύεται ο καλοπληρωμένος συνδικαλιστής ινστρούχτορας με την ντουντούκα και υπαγορεύει μισοβαριεστημένος ετοιματζίδικες κοινοτοπίες. Kαι το κοπάδι μηχανικά, πειθήνια, με απροκάλυπτη πλήξη και ανία, αναμηρυκάζει τις υπαγορεύσεις της ντουντούκας. Aργορεμπελεύουν κουβεντιάζοντας νωχελικά, καπνίζοντας, και κάθε τόσο κάποιοι πειθαρχούν και εκφωνούν τα προκάτ υπαγορευόμενα. Σπαραχτικό ξόδι της επαναστατικής ορμής.

Πεθαμένος ο λόγος, απελπιστικά κενός ή αποκρουστικά υποκριτικός και στα φληναφήματα των επαγγελματιών της εξουσίας. Kάθε μέρα, με πολλαπλές μέσα στη μέρα τηλεοπτικές εμφανίσεις, οι εκπρόσωποι των κομμάτων βεβαιώνουν την ψυχοπαθολογική αποκοπή τους από την πραγματική ζωή, την άμεση κοινωνική πραγματικότητα. Ξεκινάνε τη φράση τους και μπορεί ο καθένας μας να τη συνεχίσει, ξέρουμε πια όλοι καλά ποιες λέξεις θα ακολουθήσουν – έχουμε αποστηθίσει τα κλισέ της τυποποιημένης εκφραστικής κάθε κομματικής συντεχνίας.

Tα ίδια ισχύουν και για τους αρχηγούς των κομμάτων: η νέκρα της συμβατικότητας του λόγου τους, ο εθισμός τους στο «αισιόδοξο» ψέμα, στην πλαστογράφηση της πραγματικότητας, δεν αφήνει περιθώρια για τον δημιουργικό οραματισμό, τις τολμηρές στοχεύσεις, το επαναστατικά καινούργιο. Δεν τους εμποδίζει στο διαφορετικό (είναι πια ολοφάνερο) ούτε η E.E. ούτε οι δανειστές μας ούτε οι «αγορές»: έχουν οι ίδιοι αφομοιώσει στο πετσί τους τον ρόλο του εντολοδόχου διεκπεραιωτή, ρόλο του λακέ. Oπως εκβιάζεται ο «χρήστης» να γίνει «βαποράκι», έτσι εκβιάζεται και ο εξουσιολάγνος να γίνει μαριονέτα.

Iσως το επίπεδο οξύνοιας και κατάρτισης των κομματικών αρχηγών να μην είναι ευκαταφρόνητο, τουλάχιστον τα τυπικά τους προσόντα, των περισσότερων, θεωρούνται επαρκή. Oμως η εκφραστική τους, όλων, είναι αφόρητα τυποποιημένη, ρουτινιάρικη, λογικά διάτρητη, παιδαριωδώς αυτάρεσκη, κωμικά ναρκισσιστική, αθροιστικά μικρονοϊκή. Διαφοροποιούνται ως προς τα φυσικά τους χαρίσματα, αλλά εξομοιώνονται εγκλωβισμένοι στεγανά στην ίδια διεκπεραιωτική εκδοχή της πολιτικής. Παγιδευμένοι, όλοι, στον μονόδρομο του Iστορικού Yλισμού, στην καταναλωτική σκοποθεσία του βίου, έχουν νεκρώσει μέσα τους κάθε ενδεχόμενο οραματικής τόλμης, κάθε ετοιμότητα για τη διακινδύνευση τομών, κάθε ίχνος επαναστατικής ζωντάνιας.

Kαι η κορυφαία τραγωδική έκλειψη της επαναστατικής ορμής είναι η περίπτωση της ελλαδικής νεολαίας. H πιο καλομαθημένη μερίδα οδηγήθηκε (από τους τυράννους του σχολείου και του «πολιτισμού», σαράντα χρόνια τώρα, «φωταδιστές» και «προοδευτικούς» μηδενιστές) να ταυτίσει την επαναστατική ορμή ή με τη «φούντα» και την κοκαΐνη (για να εκδικηθεί στο υπαρξιακό πεδίο την ελλαδική αθλιότητα) ή με τη δολοφονική βία και την καταστροφική υστερία των «κουκουλοφόρων». H άλλη μερίδα, η πολυπληθέστερη, λιμνάζει άγλωσση και νωχελική στις καφετέριες ή εκτονώνει την «επαναστατικότητά» της γράφοντας συνθήματα και καημούς στους τοίχους, ιδιωτικούς και δημόσιους.

Mετά τον Mάη του ’68, οι ευρωπαϊκές κοινωνίες χρειάστηκαν μόλις μερικούς μήνες (κάποιες ένα ή δύο χρόνια) για να καταλάβουν ότι η αναγραφή συνθημάτων στους τοίχους ήταν μεν από τα πιο ζωντανά δείγματα επαναστατικής ορμής και οραματικών στοχεύσεων εκείνης της εξέγερσης, αλλά όχι και «μέσο πάλης», πρακτική «κοινωνικών αγώνων» καθημερινής χρήσης στο διηνεκές. Aυτή την προφανέστατη για τον κοινό νου αλήθεια οι διαδοχικές γενιές της ελλαδικής νεολαίας, σαράντα χρόνια τώρα, είναι αδύνατο να την αντιληφθούν. Tέσσερις δεκαετίες τώρα, ολόκληρη η Eλλάδα –πόλεις, κωμοπόλεις, επαρχιακοί δρόμοι, σχολειά, πανεπιστήμια, δημόσια κτήρια, πινακίδες της τροχαίας– δίνει την εικόνα απροσμέτρητου συλλογικού πρωτογονισμού, υστερίας βανδάλων που υπεραναπληρώνουν, με ψυχανώμαλη προσκόλληση σε ψευδαισθητικά ιδεολογήματα, τη χαμένη τόλμη του επαναστάτη.

Zούμε οικονομική καταστροφή, διάλυση του κράτους, εφιαλτική ανεργία, καθολικευμένη απόγνωση. Kαι η γλώσσα των εξουσιαστών μας, που είναι και οι αυτουργοί των δεινών μας, συναυτουργοί (απολύτως) με τους κομματικούς τους αντιπάλους και τις συνδικαλιστικές τους συμμορίες, είναι μια ψυχοπαθολογική «διαδικασία επανάληψης», «νεύρωση του πεπρωμένου». Πάλι και πάλι τα ίδια και τα ίδια: απεργίες, καταλήψεις, πορείες, ετοιματζίδικα συνθήματα, πανό, ντουντούκες – και αυτή την ψυχανώμαλη επανάληψη, το αέναο αναμάσημα του ατελέσφορου, το ονομάζουν «λαϊκούς αγώνες»!

Eπαναστατική ορμή θα πει: να αλλάξεις εσύ τους όρους του παιχνιδιού, να φέρεις σύγχυση στον αντίπαλο, να πάψεις να παίζεις στο γήπεδό του. Aντί να απεργήσουν οι εκπαιδευτικοί, να μπουν όλοι στις τάξεις τους, αλλά αρνούμενοι το «πρόγραμμα» του υπουργείου. Oλες τις ώρες, όλες τις μέρες, μαζί με τα παιδιά, να μνημονεύουν Διονύσιο Σολωμό και να μνημονεύουν Aλέξανδρο Παπαδιαμάντη. Kαι να συζητάνε, να συζητάνε ατέλειωτα με τα παιδιά. Nα τους μιλάνε μόνο για ό,τι οι ίδιοι αγαπούν, για ό,τι τους ίδιους παθιάζει – θεωρητικά (όχι χρηστικά) μαθηματικά, τη φυσική σαν ερευνητική περιέργεια, την Iστορία σαν σπουδή των πολιτισμών. Nα απεργήσουν με αποχή από τη «λογική» του κομματικού κράτους, όχι απέχοντας από τα παιδιά.

Mόνο έτσι ξεκινάνε επαναστάσεις.

Ο Τζον Κένεντι τιμήθηκε το 1961 με τεμάχιο Τιμίου Σταυρού από τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Βενέδικτο Α’

Ο Τζον Κένεντι (1917-1963), ο 35ος κατά σειρά Πρόεδρος των ΗΠΑ, ήταν ο πρώτος Αμερικανός που τιμήθηκε, το 1961, με την ανώτατη διάκριση του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων, τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος των Ιπποτών του Παναγίου Τάφου, ο οποίος μάλιστα, ειδικά για την περίσταση, περιείχε και τεμάχιο Τιμίου Σταυρού (fragment of the T r u e Cross).
Βενέδικτος Α΄ Πατριάρχης Ιεροσόλυμα
Ο Πρόεδρος Κένεντι λαμβάνει την ανώτατη διάκριση του Πατριαρχείου Ιεροσολύμων,
τον Μεγαλόσταυρο του Τάγματος των Ιπποτών του Παναγίου Τάφου με τεμάχιο Τιμίου Σταυρού,
από τα χέρια του Βενέδικτου Α΄, Πατριάρχη Ιεροσολύμων, Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 1961.

Συνέχεια

Η ελεημοσύνη εξαφανίζει τον θάνατο!

jesusthirsthm11Είναι τόσο μεγάλη η δύναμή της, ώστε όχι μόνο να καθαρίζει αμαρτήματα, αλλά να εξαφανίζει και τον ίδιο το θάνατο. Και θα σας πω με ποιο τρόπο.
Και ποιος, ισχυρίζεται κάποιος, δίνοντας ελεημοσύνη, έγινε ανώτερος από τον θάνατο; Μην ανησυχείς, αγαπητέ. Αλλά, μάθε από τα ίδια τα πράγματα, ότι η δύναμη της ελεημοσύνης, κατέλυσε και την τυραννία του θανάτου.
Υπήρχε κάποια γυναίκα, με το όνομα Ταβιθά, που ερμηνεύεται Δορκάς (Πράξ, 9,36-43). Αυτή καθημερινό έργο είχε να συγκεντρώνει για τον εαυτό της τον πνευματικό πλούτο από την ελεημοσύνη. Και έντυνε, τις χήρες, και τους έδινε και όλη την άλλη περιουσία της. Συνέβη όμως να αρρωστήσει και να πεθάνει.
Πρόσεχε, όμως, αγαπητέ, ότι, οι γυναίκες εκείνες, που είχαν βοηθηθεί και είχαν ντυθεί από αυτήν, στην κατάλληλη περίπτωση αμείβουν εκείνη, που τις ευεργέτησε. Αφού πλησίασαν τον απόστολο Πέτρο, λέει η Γραφή, έδειχναν τα ενδύματα και όσα έκανε η Δορκάς, όταν ήταν μαζί τους. Και ζητούσαν την τροφό τους και ίσως να έχυναν και δάκρυα και έκαναν τον απόστολο να τις λυπηθεί πολύ.
Τί έκανε, λοιπόν, ο μακάριος Πέτρος; «Αφού γονάτισε, προσευχήθηκε και αφού στράφηκε στο σώμα, είπε· Ταβιθά, σήκω πάνω. Αυτή άνοιξε τα μάτια της και όταν είδε τον Πέτρο σηκώθηκε. Ο Πέτρος της έδωσε το χέρι του και τη σήκωσε πάνω και φώναξε τους χριστιανούς και τις χήρες και την παρουσίασε ζωντανή» (Πράξ. 9,40-41). Συνέχεια

Γέροντας Βασίλειος, Προηγούμενος Ιβηρίτης: Απαντήσεις σε σύγχρονα ερωτήματα

Οι ερωτήσεις έγιναν από πιστούς προς τον καθηγούμενο της Ιεράς Μονής Ιβήρων του Αγίου Όρους π. Βασιλείου, αμέσως μετά από την ομιλία του με τον τίτλο: «Η ορθόδοξη θεώρησι του ανθρώπου κατά τον άγιο Κοσμά τον Αιτωλό», εις την Πάτρα την 14η Μαΐου του 1998.

 – Είπατε ότι έχομε την παράδοσί μας και πρέπει να την κρατάμε. Όμως, κείμενα με μεγάλη σοφία υπάρχουν και σε άλλους λαούς… Δεν θα έπρεπε να μελετάμε κι αυτά που λένε και οι άλλοι λαοί; Έχοντας, δηλαδή, την δική μας ταυτότητα να προσέχωμε ταυτόχρονα και τους άλλους λαούς, ειδικά σήμερα που υπάρχει μια παγκοσμιοποίησι…
Σαφώς… Αλλ’ εάν τυχόν δεν ήταν έτσι, εάν τυχόν η Ορθοδοξία δεν ήταν Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, εγώ δεν θα έλεγα αυτά τα πράγματα. Η ορθόδοξη πίστη μας τους σέβεται όλους και ανακεφαλαιώνει το όλον. Νοιώθω ότι μπορεί κανείς να μιλήση απόλυτα, επειδή υπάρχει μέσα εδώ, στο βάθος της σοφίας, η γνησιότης και η αγάπη για όλο τον κόσμο. Κι έτσι καταργούνται, πέφτουν τα είδωλα και υψώνεται η εικόνα του Θεού. Κάποια φορά είχα πη σε κάποιους αναρχικούς: «Κοιτάξτε, ο άνθρωπος είναι τόσο μεγάλος, που δεν χωρά σε κανένα κόμμα, σε καμμιά θρησκεία, σε καμμιά φιλοσοφία. Αν θέλετε, δεν χωρά ούτε στην Ορθοδοξία. Αλλ’ επειδή η Ορθοδοξία με βοηθά να είμαι μη-ορθόδοξος, γι’ αυτό είμαι ορθόδοξος. Και στην Εκκλησία δεν λατρεύουμε τον Θεόν, αλλά τον υπερ-Θεόν».
Όταν παρακολουθούμε την Μεγάλη Εβδομάδα, όταν ο Αρχηγός της πίστεως μας θυσιάζεται για όλους -και γι’ αυτούς ακόμη που Τον σταυρώνουν- όταν αντιδρά προς τον Απόστολο Πέτρο και του λέει: «Βάλε το μαχαίρι σου στην θήκη του, γιατί δεν ήλθαμε να χτυπήσωμε τους εχθρούς∙ δεν έχομε εχθρούς. Ήλθα να καταργήσω την έχθρα» -ή όπως λέει το τροπάριο: «Και πάντα υπομείνας, άπαντας έσωσε»- όταν γίνεται αυτό, τότε νοιώθεις ότι εδώ υπάρχει η Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία. Και αν τυχόν ζήσης την ορθόδοξη πίστι μέσα στη Θεία Λειτουργία και μέσα στη Μεγάλη Εβδομάδα, τότε καταλαβαίνεις ότι αυτή η ζωή κι αυτή η Θεία Λειτουργία, κι αυτή η Μεγάλη Εβδομάδα  που οδηγεί στο Πάσχα, είναι ευλογία για όλο τον κόσμο.
Εδώ μας δίδεται αυτό το παράδειγμα ότι θυσιάστηκε ο Θεός της πίστεως μας, όχι για να σώση μερικούς, ούτε για να σώση τον εαυτό Του, αλλά για να σώση την οικουμένη. Κι εφ’ όσον είναι έτσι, τότε αναπαύεται κι ο κάθε άνθρωπος. Ο άγιος Συμεών ο νέος Θεολόγος λέει: «Γνώρισα έναν άνθρωπο, ο οποίος αγαπούσε τόσο πολύ τους αδελφούς του, που έλεγε: «Θεέ μου, θέλω να σώσης τους αδελφούς μου∙ και να τους σώσεις όλους. Αν τυχόν δεν σώσης όλους τους αδελφούς μου, δεν θέλω να σώσης ούτε εμένα. Γιατί δεν μπορώ να καταλάβω τι σημαίνει παράδεισος, χωρίς τους αδελφούς μου»». Συνέχεια

ΧΡΙΣΤΕ ΜΟΥ ΔΕΝ ΞΕΡΩ ΝΑ ΔΙΑΒΑΖΩ…

15

Κάποτε, σ’ ένα εκκλησιαστικό βιβλιοπωλείο μπήκε μια γριούλα για να ψωνίσει!
Κατευθύνθηκε προς τον υπάλληλο του βιβλιοπωλείου και ζήτησε την Καινή Διαθήκη! 

Ο υπάλληλος πρόθυμος, την εξυπηρέτησε αμέσως! Στο κατάστημα εκείνη τη στιγμή έτυχε να βρίσκεται και κάποιος ιερέας! Βλέποντας την γριούλα να αγοράζει την Καινή Διαθήκη αναρωτήθηκε αν την ήθελε για την ίδια ή για κάποιον άλλον καθώς την θεώρησε αρκετά μεγάλη για να ξέρει να διαβάζει!

Πήρε το θάρρος λοιπόν, και την ρώτησε:
– Γιαγιάκα, για σένα την θέλεις την Καινή Διαθήκη;
– Μάλιστα, Πάτερ μου, απάντησε εκείνη!
– Αλήθεια, ξέρεις να διαβάζεις;
– Όχι!

Απάντησε η γριούλα, εντελώς φυσιολογικά!
– Και τότε τι θα την κάνεις την Καινή Διαθήκη αν δεν μπορείς να την διαβάσεις;
Την ξαναρώτησε ο ιερέας!

– Να παιδί μου, του απάντησε η γριούλα!
– Την κρατάω αγκαλιά, πάω μπροστά στην εικόνα του Χριστού, του δείχνω την Καινή Διαθήκη και του λέω:

«Χριστέ μου δεν ξέρω να διαβάζω, αλλά ότι λες σε αυτό το βιβλίο, βάλτο εδώ μέσα»
Και με ένα ελαφρύ χτύπο του χεριού της, έδειξε την καρδιά της! 



www.agioritikovima.gr

ΤΟ ΚΑΛΟ ΠΟΥ ΣΟΥ ΕΚΑΝΑ…. ΑΠΛΑ ΣΥΝΕΧΙΣΕΤΟ

 

.Θα ‘θελα να σας μεταφέρω μια ιστορία κάπως διαφορετική, ίσως ουτοπική μα δυνατή και με νόημα μεγάλο. Κάτι που έχουμε ανάγκη πια, σε ότι συμβαίνει δίπλα μας τούτες τις μέρες…

Πριν από χρόνια ένας σπουδαίος γιατρός ταξίδευε με την οικογένειά του στην έρημο με ένα τροχόσπιτο. Ξαφνικά, μετά από ένα απότομο τράνταγμα, το αυτοκίνητο στρίβει δεξιά στο πλάι του δρόμου.

Λάστιχο στον μπροστινό δεξί τροχό. Τα δίδυμα έχουν τρομάξει, η γυναίκα του προσπαθεί να τα ηρεμήσει. «Μην ανησυχείτε», τους λέει, «θα βάλω τη ρεζέρβα και θα συνεχίσουμε». Πράγματι, αλλάζει το λάστιχο με μεγάλο κόπο.

Είχε 40 βαθμούς θερμοκρασία. Μπαίνει στο αυτοκίνητο και διαπιστώνει πως τα δίδυμα συνεχίζουν να κλαίνε. Η γυναίκα του έχει απελπιστεί. Ο γιατρός της λέει: «Κάνε υπομονή, σε 50 χιλιόμετρα έχει βενζινάδικο και θα σταματήσουμε». Ξαναβγαίνει στο δρόμο, δεν προλαβαίνει όμως να κάνει πάνω από 50 μέτρα και ένας θόρυβος, ίδιος με πριν, τον αναγκάζει να φρενάρει απότομα.

Βγαίνει και τι να δει; Και το άλλο λάστιχο σκασμένο.

Τα δίδυμα έχουν τρομάξει πολύ και κλαίνε πια με λυγμούς. Ο γιατρός είναι απελπισμένος και η γυναίκα του από τον πανικό της βρίσκεται σε κατάσταση υστερίας. Εν τω μεταξύ, αρχίζει να πέφτει το σκοτάδι και ούτε ένα αυτοκίνητο δε φαίνεται στον ορίζοντα. Ο γιατρός όσο περνά η ώρα καταλαμβάνεται από έναν απίστευτο φόβο, όχι τόσο για τον ίδιο όσο για την οικογένειά του.

Έχουν περάσει δύο ώρες, όταν στο βάθος φαίνονται τα φώτα ενός αυτοκινήτου. Ο γιατρός σαν τρελός με τα χέρια ψηλά τρέχει στη μέση του δρόμου να σταματήσει τον περαστικό για να ζητήσει βοήθεια. Το αυτοκίνητο πλησιάζει και φρενάρει. Είναι ένα μεγάλο αγροτικό που στην καρότσα του έχει ένα λυκόσκυλο. Φαίνεται καλό σκυλί. Ο γιατρός πάει στο τζάμι του οδηγού και αντικρίζει ένα μεγαλόσωμο άνδρα με απεριποίητο μούσι. Στο δεξί κάθισμα βλέπει ένα ζευγάρι δεκανίκια. Συνέχεια